Ο Γκοντάρ και ο Τριφό ήταν οι δυο μπαμπάδες της nouvelle vague. Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ ήταν ο μετρ του μυστηρίου και ο Σέρτζιο Λεόνε ο μάστερ των γουέστερν. Ο Όρσον Γουέλς ο πρώτος μπλοκμπαστεράς του Hollywood και ο Στίβεν Σπίλμπεργκ ο μεγαλύτερος παραμυθάς του. Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος ήταν για όλο τον κινηματογραφικό κόσμο ένας εμβληματικός κοινωνός της ιστορίας της ταξικής πάλης στην Ελλάδα και σε κινηματογραφικό επίπεδο κανείς δεν εκπροσώπησε την ιαπωνική κουλτούρα καλύτερα από τον Ακίρα Κουροσάβα. Ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν ψηλάφησε φιλοσοφικά ζητήματα από κοινωνιολογική σκοπιά και κανείς δεν μπόρεσε να σκάψει τόσο βαθιά στον Άνθρωπο όσο ο Αντρέι Ταρκόφσκι.
Οι μεγαλύτεροι δημιουργοί αυτού του κόσμου έχουν από ένα χαρακτηριστικό που είναι το σήμα-κατατεθέν τους. Μια αγαπημένη θεματολογία που τους χαρακτηρίζει, μια εσωτερική συνοχή στο έργο τους που το μετατρέπει σε ένα ολόκληρο, πολιτισμικό σύμπαν. Και κάθε ένας από αυτούς μπορεί να περιγραφεί με μόλις λίγες λέξεις: σαν μια υπογραφή που μετατρέπει σε μοναδικό τον κάτοχό της.
Και ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ; Ποια είναι η φράση που μπορεί να τον περιγράψει; Σε ποια σχολή μπορεί να ενταχθεί; Ποιο ήταν το δικό του σήμα-κατατεθέν; Δύσκολα μπορούν να αποτυπωθούν με λόγια όλα αυτά που κάνουν μεγάλο δημιουργό τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Διότι αυτό που τον έκανε ιδιαίτερο δεν ήταν κάτι συγκεκριμένο, ούτε κάτι στενά καθορισμένο. Και όμως, πιο χαρακτηριστικό, πιο αναγνωρίσιμο έργο από το δικό του δύσκολα θα ξανασυναντηθεί στο παγκόσμιο σινεμά και ας μην μπορούμε να το περιγράψουμε με λόγια: να γιατί έχουμε να κάνουμε με τον μεγαλύτερο σκηνοθέτη όλων των εποχών.
Ο Κιούμπρικ δεν υπηρέτησε, δεν δημιούργησε, δεν εκπροσώπησε κάποιο είδος. Υπήρξε ο ίδιος ένα είδος μόνος του. Και ως ολόκληρο είδος, ο Κιούμπρικ ήταν δεδομένο πως θα βρει συνεχιστές και μετά τον θάνατό του.
Ο Γιώργος Λάνθιμος, με το αριστουργηματικό «Θάνατο του Ιερού Ελαφιού» έγινε ο τελευταίος σκηνοθέτης που εγγράφηκε στη λίστα των συνεχιστών του Κιούμπρικ. Έχει την τιμή να συγκαταλέγεται σε εκείνους που επέκτειναν το κιουμπρικό είδος κινηματογράφου και αυτό φανερώνει τόσο την δικιά του αξία όσο και της ταινίας του.
Τις τάσεις του πάντως να αποκτήσει μια ροπή προς το κιουμπρικό σινεμά τις είχε δείξει και πριν μερικά χρόνια, με το «Venezia 70 Future Reloaded», ένα μικρό μήκους φιλμ του 2012 που έσφυζε από κιουμπρική αισθητική.
Με αφορμή τον «Θάνατο του Ιερού Ελαφιού», μια από τις πιο «Κιούμπρικ» ταινίες των τελευταίων χρόνων, θυμόμαστε δέκα χαρακτηριστικές «κιουμπρικές» δημιουργίες. Δέκα ταινίες που πανεύκολα θα μπορούσαν να συγκαταλέγονται στην φιλμογραφία του μεγάλου Νεϋορκέζου σκηνοθέτη.
Η πιο προσωπική και εγκεφαλική δημιουργία του μεγάλου Καναδού σκηνοθέτη, η ιστορία ενός καθηγητή, του σωσία του και των προβλημάτων της προσωπικής του ζωής, το «Enemy» άφησε ανάμεικτα συναισθήματα όταν κυκλοφόρησε στον κινηματογράφο αλλά με τα χρόνια εδραιώνεται στις συνειδήσεις του κινηματογραφόφιλου κοινού ως μια από τις σημαντικότερες ταινίες των 10s. Mindfuck πλοκή, ισχυροί συμβολισμοί και εμμονές αναφορικά με τη σχέση ανδρών και γυναικών που μόνο στο… έργο του Κιούμπρικ μπορείς να βρεις, το «Enemy» είναι must see για όποιον γουστάρει πραγματικά τον Κιούμπρικ.
9. «Nocturnal Animals» (2016) του Τομ Φορντ
Έσκασε πέρυσι ως κομήτης στις κινηματογραφικές αίθουσες και όταν ο κόσμος έβγαινε από αυτές αναρωτιόταν αν αυτό που μόλις είχε δει ήταν ένα πολυδιάστατο αριστούργημα ή μια ασύλληπτη μπαρούφα. Τόσες συζητήσεις, τόσες αναλύσεις και τόσες… προβολές μετά, το μικρό (για την ώρα…) αλλά ιδιαίτερα φανατικό κοινό του «Nocturnal Animals» έχει ήδη φτάσει στο συμπέρασμα πως αποτελεί ταινιάρα μεγατόνων. Πρωτοποριακή ταινία, στην πραγματικότητα το «Nocturnal Animals» είναι δυο φιλμ υπό μορφή ενός, ένα horror μέσα σε ένα δράμα: ένα horror που φαίνεται πως έχει μελετήσει με μεράκι το κιουμπρικο horror της «Λάμψης» και το εξυμνεί αντιστρέφοντας τους συμβολισμούς της περί οικογενειακής εστίας (εδώ ο Πατέρας δεν είναι απειλητικός αλλά δειλός και αυτό ακριβώς είναι η κατάρα του) και ταυτόχρονα, ένα δράμα που ειρωνεύεται με αιχμηρό τρόπο τα πλαστικά ήθη και τα υποκριτικά έθιμα της αστικής κοινωνίας. Ο Κιούμπρικ θα ήταν περήφανος.
8. «Fur: An Imaginary Portrait of Diane Arbus» (2006) του Στίβεν Σάινμπεργκ
Τέσσερα χρόνια μετά την kinky «Γραμματέα», ο Σάινμπεργκ συνεχίζει το θεματικό του κρεσέντο πάνω στην γυναικεία σεξουαλικότητα και την ανάλυση των αντιφάσεων της. Μόνο που αυτή τη φορά το κάνει με εξαιρετικά σκοτεινό τρόπο και ας στοχεύει ξανά στην απενοχοποίησή της: εδώ ο δρόμος προς αυτή μοιάζει ερμητικά δύσβατος. Το «Fur» είναι μια φανταστική ιστορία που όμως βασίζεται πάνω σε ένα αληθινό πρόσωπο: την ιδιαίτερη φωτογράφο Νταϊάν Άρμπους. Μια παραλλαγή της Πεντάμορφης και του Τέρατος, φτιαγμένη με τέτοιο τρόπο που θα έκανε ολόκληρο Κιούμπρικ να ζηλέψει. Η Νικόλ Κίντμαν είναι στις καλύτερες εποχές της, ο Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ είναι το ιδανικό «ρομαντικό φρικιό» και το «Fur» είναι μια σκοτεινή και ταυτόχρονα παραμυθένια ωδή όχι μόνο στον Έρωτα αλλά και στις υπερβάσεις των κοινωνικών συμβάσεων.
7. «Artificial Intelligence» (2001) του Στίβεν Σπίλμπεργκ
Βασισμένη πάνω σε ένα σενάριο του ίδιου του Κιούμπρικ που δεν πρόλαβε ποτέ να γυρίσει λόγω… θανάτου, αυτή η Sci-Fi δημιουργία αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του Σπίλμπεργκ. Και εδώ που τα λέμε, ο «μεγάλος παραμυθάς του Χόλιγουντ» ήταν μάλλον ο καταλληλότερος να φέρει εις πέρας το όραμα του Κιούμπρικ. Και αν το τελικό αποτέλεσμα είναι περισσότερο «Σπίλμπεργκ» και λιγότερο «Κιούμπρικ», το αριστουργηματικό αποτύπωμα του τελευταίου «φωνάζει» σε πολύ χαρακτηριστικές στιγμές. Απλωμένο σε δυο θεματικούς καμβάδες, αυτόν της Τεχνητής Νοημοσύνης και των φιλοσοφικών προεκτάσεων γύρω από αυτή και εκείνον της παιδικής ψυχοσύνθεσης (μονοπάτι που ο Κιούμπρικ για πρώτη φορά θα επιχειρούσε να διανύσει), το «A.I.» ξεκινάει ως εμβληματική κιουμπρική δημιουργία, συνεχίζει ως τυπικός «ώριμος» Σπίλμπεργκ και κλείνει ως μεγαλοφυής Κιούμπρικ. Μόνο αγάπη για αυτή την ετερόκλητη σύνθεση…
6. «Dunkirk» (2017) του Κρίστοφερ Νόλαν
Μεγαλύτερος πιστός του «Αγίου Κιούμπρικ» από τον Κρίστοφερ Νόλαν δεν υπάρχει στο Hollywood. Ο Βρετανός σκηνοθέτης, αφοσιωμένος στην μεθοδολογία του πνευματικού του πατέρα, έχει βάλει σκοπό της κινηματογραφικής του ζωής να βγάλει μια μεγάλη ταινία από κάθε είδος. Ήταν δεδομένο πως κάποια στιγμή θα επιχειρούσε να γυρίσει κάτι (αντί)πολεμικό. Και άπαντες πίστευαν πως οι αναφορές της αντιπολεμικής ταινίας του Νόλαν θα ήταν το «Full Metal Jacket». Όμως αυτός αποδείχθηκε πολύ πιο ψαγμένος μαθητής. Με μια κινηματογράφηση που προσομοίαζε στα μεγαλεπήβολα, εμβληματικά κάδρα του Κιούμπρικ, ο Νόλαν «βούτηξε» στην πρώιμη κινηματογραφία του ινδάλματός του. Το «Dunkirk», το επικό δράμα χαρακτήρων αναφορικά με την πολεμική συνθήκη, μια από τις ταινίες που έκανε άπειρο κόσμο αντιπολεμικών διαθέσεων να συζητάει ξανά και ξανά την προσέγγισή της, ήταν κατά βάση ένας τεράστιος φόρος τιμής στο «Fear and Desire», την μόλις δεύτερη ταινία του Κιούμπρικ. Ο Νόλαν είναι σίγουρο πως νιώθει ότι ο δάσκαλός του, αν ζούσε, θα τον αντιλαμβανόταν όχι απλά ως τον πιο καλό αλλά και ως τον πιο ψαγμένο μαθητή του και προφανώς, θα φουσκώνει από περηφάνια λόγω αυτού.
5. «Interstellar» (2014) του Κρίστοφερ Νόλαν
Δεύτερη παρουσία του Νόλαν στη λίστα αλλά δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Είπαμε: έχουμε να κάνουμε με τον μεγαλύτερο πιστό του Κιούμπρικ. Το «Interstellar», η αποτύπωση ενός μυθικού ταξιδιού πέρα από το χώρο και το χρόνο, είναι η απροκάλυπτη προσπάθεια του Νόλαν να φανταστεί πως θα ήταν η «Οδύσσεια του Διαστήματος» αν γυριζόταν το 2014 και όχι το 1968. Οι οπτικές αναφορές στην «Οδύσσεια» κατακλύζουν την ταινία του Νόλαν, αναρωτιέσαι αν είναι πρόθεση του ίδιου του Βρετανού να σε κάνει να νιώθεις πως το δημιούργημά του ίσως και να συντελείται στο ίδιο (θεματικό) σύμπαν με το αριστούργημα του Κιούμπρικ ή είναι απλά μια ιδέα που σου δημιουργείται λόγω των εικόνων. Το μεγάλο κλείσιμο του ματιού όμως του Νόλαν στην «Οδύσσεια» κρύβεται στις λεπτομέρειες. Ένα στοιχείο του κλασικού βιβλίου του Άρθουρ Κλαρκ που ο Κιούμπρικ δεν μπαίνει ποτέ στην διαδικασία να το διευκρινήσει στην ταινιά-σπαζοκεφαλιά του, ο Νόλαν το χρησιμοποιεί μέσα στην πλοκή του δίνοντας εμμέσως απαντήσεις σε ένα τεράστιο ερώτημα που προξενεί η «Οδύσσεια». Φυσικά, αυτό δεν θα αναλυθεί παραπάνω εδώ. Ο Κιούμπρικ άλλωστε ήθελε να δημιουργήσει ερωτήματα και όχι να δώσει απαντήσεις. Και οι απαντήσεις που δίνει ο Νόλαν είναι υπόγειες, εντάσσονται σε έναν μυστικό διάλογο που ανοίγει μέσω του «Interstellar» με τον Κιούμπρικ. Και είναι τόσο μυστικός που οι λεπτομέρειες του είναι κρίμα να αποκαλυφθούν εδώ. Άλλωστε θα πρέπει να μπει στην εξίσωση και το μυθιστόρημα του Κλαρκ και δεν είναι ούτε ο χώρος, ούτε ο τόπος. Ίσως σε ένα άλλο, ειδικό αφιέρωμα πάνω στον διάλογο Κιούμπρικ/Οδύσσειας-Νόλαν/Interstellar.
4. «Birth» (2004) του Τζόναθαν Γκλέιζερ
Αστή χήρα ετοιμάζεται να παντρευτεί ξανά αλλά λίγο πριν το γάμο της, ένα 11χρονο αγόρι σκάει από το πουθενά στη ζωή της και ισχυρίζεται πως είναι η μετεμψύχωση του νεκρού της συζύγου. Ελάχιστες ταινίες κατάφεραν να συλλάβουν τόσο καθοριστικά την οπτική γωνία των πραγμάτων έτσι όπως την αντιλαμβανόταν μια διαταραγμένη ιδιοφυία όπως ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Τόσο σε τεχνικό επίπεδο -τα χρώματα, τα κάδρα, οι λήψεις, όλα θυμίζουν Κιούμπρικ- όσο και σε επίπεδο ψυχοσύνθεσης, ο Γκλέιζερ δημιουργεί μια πέρα για πέρα κιουμπρική ταινία. Καταπιασμένος με μια από τις πιο αγαπημένες και προβοκατόρικες συνήθειες του Κιούμπρικ, αυτή της παρακολούθησης, θαρρείς μέσα από κλειδαρότρυπα, των συνηθειών της κυριλέ και καθωσπρέπει αστικής τάξης όταν οι πόρτες κλείνουν, ο Γκλέιζερ ισορροπεί διαρκώς σε ένα λεπτό σκοινί. Η διακριτικότητα με την οποία χειρίζεται την πιθανότητα της παιδοφιλίας μέσα σε αυτή την άρρωστη ατμόσφαιρα που δομείται πίσω από τις κλειστές πόρτες θυμίζει τα διακριτικά σημάδια (περί παιδεραστίας) που αφήνει ο Κιούμπρικ στην δαιδαλώδη αφήγηση της «Λάμψης». Το μεγάλο «μπαμ» της πιθανότητας ερωτικής περίπτυξης ανάμεσα σε μια 40άρα και έναν 11χρονο κρατάει στην τσίτα τον θεατή (όπως το έκανε η «Λολίτα» κάτι δεκαετίες πριν…) και το καταπληκτικά ιδιοφυές φινάλε απλά επιβεβαιώνει την αίσθηση που είχες από την πρώτη σκηνή: εδώ βλέπουμε ένα «κιουμπρικό» αριστούργημα.
3. «Ex Machina» (2014) του Άλεξ Γκάρλαντ
Ένα Sci-Fi δωματίου που αντιλαμβάνεται τους κλειστούς χώρους ως βασικό στοιχείο του σασπένς, ακριβώς όπως και ο Κιούμπρικ σε μια σειρά από δημιουργίες του, το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Άλεξ Γκάρλαντ είναι από εκείνες τις ταινίες που μετατρέπουν το low budget τους σε προτέρημα που τους προσδίδει χαρακτήρα. Ορισμένες πέρα για πέρα κιουμπρικές σεκάνς και μια σειρά από φιλοσοφικά ερωτήματα που πρωτοάνοιξαν σε κινηματογραφικό επίπεδο από την ανυπέρβλητη «Οδύσσεια του Διαστήματος» (για να συνεχιστούν από το Blade Runner…), το χαμηλόφωνο αριστούργημα του Γκάρλαντ μπορεί να περηφανεύεται πως εγγράφεται με το σπαθί του ως κομμάτι της ιδιαίτερης κιουμπρικής παράδοσης και πως ταυτόχρονα, είναι ένα βαθύ φιλί ζωής σε ένα είδος που αφού πέρασε μια μεγάλη κρίση μέσης ηλικίας μοιάζει να ανασταίνεται με εντυπωσιακό τρόπο τα τελευταία χρόνια χάρη σε ταινίες όπως αυτή: που σέβονται τις ρίζες τους χωρίς να τις αντιγράφουν.
2. «The Killing of a Sacred Deer» (2017) του Γιώργου Λάνθιμου
Όταν ο Λάνθιμος παρουσίαζε στο παγκόσμιο σινεμά τον «Αστακό», δύσκολα θα φανταζόταν κανείς πως θα μπορούσε να προκύψει από τα χέρια του πιο ριζοσπαστική ταινία. Με το «Ελάφι» του όμως, ο Έλληνας δημιουργός (και φυσικά ο μόνιμος σεναριογράφος των ταινιών του, Ευθύμης Φιλίππου) ξεπερνά με χαρακτηριστική ευκολία τα προσδοκόμενα. Γυρίζοντας μια ταινία που μοιάζει βγαλμένη από το περιβάλλον του «Μάτια Ερμητικά Κλειστά» (οι ομοιότητες σε αισθητικό επίπεδο μοιάζουν οφθαλμοφανείς) και εισχωρώντας στους θεματικούς προβληματισμούς του Κιούμπρικ έτσι όπως τους ανέλυσε τόσο στην τελευταία του ταινία όσο και στη Λάμψη, η τελευταία δημιουργία των Λάνθιμου-Φιλίππου είναι ένα εμβληματικό και αδιάλλακτο υψωμένο μεσαίο δάκτυλο στον θεσμό της οικογένειας. Ο Λάνθιμος και ο Φιλίππου είναι ξεκάθαροι και δεν σηκώνουν συζήτηση: ο καθαγιασμένος θεσμός της οικογένειας, για αυτούς, δεν είναι μια ζεστή και φιλόξενη εστία -όπως μας μαθαίνουν από μικρά παιδιά- αλλά ένα άγριο, βίαιο, ανταγωνιστικό σφαγείο, ένας θεσμός δομικά συντηρητικός και ιεραρχικός, δυνάμει ακόμα και δολοφονικός. Μόνο η «Λάμψη» τόλμησε να φερθεί με τόσο ασέβεια στην οικογένεια. Και αν ο Λάνθιμος δανείζεται την αισθητική και την ειρωνική ματιά από το «Μάτια Ερμητικά Κλειστά», η επέκταση των κιουμπρικών προβληματισμών (με ένα παραγόμενο αποτέλεσμα πέρα για πέρα πρωτότυπο πάντως) πατάει πάνω στην βίαιη διάθεση ενός «λανθιμικού» (μεν) μεταφυσικού θρίλερ (δε) που επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει το είδος με αντίστοιχο της «Λάμψης» τρόπο. Ταινία-σπουδή…
1. «There will be blood» (2008) του Πολ Τόμας Άντερσον
Το «Μπάρι Λίντον» των 00s και με διαφορά η καλύτερη ταινία του Πολ Τόμας Άντερσον, ο οποίος κινηματογραφεί τα τεκταινόμενα με την μεγαλοπρέπεια και την αυστηρότητα που χαρακτηρίζουν το σινεμά του Κιούμπρικ, το «There will be blood», η «κιουμπρική» μεταφορά του «Oil!» στο σινεμά, είναι η αποτύπωση μιας διαρκής κίνησης ενός επιχειρηματία προς την κορυφή της κοινωνικής ιεραρχίας. Μιας πορείας μοναχικής και κυνικής, απάνθρωπης και γεμάτη αίμα και εκμετάλλευση, όπως ακριβώς καθορίζουν οι άγραφοι κανόνες περί επιτυχίας μέσα στον καπιταλιστικό κόσμο. Ένας καπιταλιστικός κόσμος ωστόσο που βρίσκεται ακόμα στα πρώτα του βήματα και ψάχνει να βρει την ισορροπία ανάμεσα στον (φαινομενικό) ορθολογισμό της δύναμης του κέρδους και την ικανότητα του ανορθολογισμού της θρησκείας να χειραγωγεί τα πλήθη. Ένας κόσμος που ψάχνει να βρει την χρυσή τομή ανάμεσα στην εξατομίκευση της καριέρας και την (φαινομενική) συλλογικοποίηση της οικογένειας. Ένας καπιταλιστικός κόσμος που προσπαθεί να εδραιωθεί ως σύστημα διατηρώντας και όχι ξεπερνώντας τις αντιφάσεις του, διότι οι μεγαλύτεροι και ικανότεροι υπερασπιστές του γνωρίζουν πως χωρίς τούτες τις αντιφάσεις, αυτό το ονειρεμένο (για αυτούς…) σύστημα δεν μπορεί να επιβιώσει. Και όπως σε κάθε παρόμοιο αδιέξοδο στην ανθρώπινη ιστορία, έτσι και στα προβλήματα εδραίωσης του καπιταλισμού, η λύση είναι μια: να χυθεί αίμα…
Αποχαιρετούμε έναν από τους μεγάλους σκηνοθέτες του αμερικάνικου σινεμά ξεχωρίζοντας πέντε ταινίες από την πλούσια φιλμογραφία του.
Αυτό που συνέβη στα τέλη 60ς - αρχές...