«Prey»: Το prequel του Predator που δεν ξέραμε ότι είχαμε ανάγκη

0

Το νέο κεφάλαιο του ”Predator” επαναφέρει το franchise στις ρίζες του και στην θέση που του αξίζει.

Για το ”Predator” του 1987 δεν θα πούμε πολλά λόγια. Θα αρκεστούμε στο ότι πρόκειται για μία από τις καλύτερες sci-fi/action ταινίες όλων των εποχών, μία από τις πιο αναγνωρίσιμες των 80ς, ένα πραγματικά αψεγάδιαστο διαμάντι από τον υποτιμημένο John McTiernan. Εδώ και 35 χρόνια το franchise του ”Predator” μας έχει δώσει συνολικά τέσσερις ταινίες και δύο τύπου spin-offs (τα δυστυχώς κακά ”Alien vs Predator”), καμία όμως από αυτές δεν κατάφερε να πιάσει το μεγαλείο της πρώτης ταινίας, πράγμα που έτσι κι αλλιώς είναι αδύνατο. Το ”Predator 2” ανήκει σε εκείνα τα υποτιμημένα sequels, σαφώς κατώτερα από τον προκάτοχό τους αλλά σε κάθε περίπτωση αξιόλογα. Το ”Predators” είχε όλα τα υλικά για μία δυνατή περιπέτεια, ένα σούπερ καστ και τον Robert Rodriguez πίσω από την κάμερα, παρόλα αυτά κατέληξε να είναι περισσότερο ένα χλιαρό remake, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήταν κακό. Όσο για το ”The Predator” του Shane Black θα προτιμούσαμε να διαγραφεί από την ιστορία.

Το ”Prey” ανακοινώθηκε πριν περίπου ένα χρόνο και δεν έκανε μεγάλο ντόρο. Υπεύθυνη γι’ αυτό ήταν η παταγώδης αποτυχία της ταινίας του ’18 που δυστυχώς καταδίκασε την νέα ταινία να προβληθεί σε streaming πλατφόρμα και όχι σε σινεμά όπως του άρμοζε. Από την άλλη αυτή η μικρότερη κλίμακα έκανε μεγάλο καλό καθώς και οι προσδοκίες ήταν μειωμένες και ο Dan Trachtenberg (10 Cloverfield Lane) είχε περισσότερη ελευθερία στις κινήσεις του, απαλλαγμένος από την πίεση της κινηματογραφικής επιτυχίας.

Έτσι λοιπόν καταλήξαμε σε ένα prequel αντάξιο του ονόματος του franchise. Αντλώντας έμπευση από την ιδέα που υπήρχε ήδη από τα 90ς για μία ιστορία τοποθετημένη δύο αιώνες πριν τα γεγονότα της πρώτης ταινίας, το ”Prey” αφηγείται την πρώτη άφιξη του πολεμιστή εξωγηίνου στην Γη, στην Αμερική του 1719. Σε μια περίοδο όπου οι αποικιοκράτες έχουν πατήσει το πόδι τους στην γη των ιθαγενών Αμερικάνων, ο Predator κανει την πρώτη του εμφάνισή στον πλανήτη για να συλλέξει τα ”τρόπαια” του. Εκεί η Ναρού μία νεαρή γυναίκα της φυλής των Κομάντσι, εκπαιδευμένη ως θεραπεύτρια, θέλει να αποδείξει την αξία της ως κυνηγός, μένοντας όμως στην σκιά του ικανότατου αδερφού της. Μέσα όμως στο δάσος θα διαπιστώσει ότι υπάρχει ένα θηρίο, διαφορετικό από τα άλλα και πιο τρομακτικό.

Η ταινία χρησιμοποιεί ως ηθοποιούς γηγενείς Αμερικάνους, δίνοντας μία αυθεντικότητα στο εγχείρημα και αποφεύγει φθηνές αντιπροσωπεύσεις που κάνει το Hollywood τα τελευταία χρόνια. Η Amber Midthunder παραδίδει μία εξαιρετική ερμηνεία ως Naru και με τον χαρακτήρα της να χτίζεται ιδανικά, αποφεύγοντας να πέσει σε παγίδες τύπου Rey των Star Wars. Αν υπάρχει ένα μειονέκτημα είναι ότι το υπόλοιπο καστ είναι απλά συμπληρωματικό και λείπει η γοητεία των δευτερευόντων χαρακτήρων, όπως στην πρώτη ταινία, με εξαίρεση τον ρόλο του αδερφού της Naru. Ειδική μνεία αξίζει στην Σαρί, το σκυλί της Ναρού, που μας έκανε σε κάθε σκηνή της να θέλουμε να την υιοθετήσουμε.

Την παράσταση όμως κλέβει δίκαια ο θρυλικός Predator όπου παρουσίαζεται πιο πρωτόγονος και αδίστακτος από ποτέ. Εδώ ο Κυνηγός είναι πιο άγουρος, με τα γκάτζετ του να βρίσκονται εκεί, όπως πάντα, αλλά λιγότερο ανεπτυγμένα. Το εύρημα με την μάσκα του ενισχύει την πρωτόγονη του οπτική, κάνοντας τον ακόμα πιο τρομακτικό ενώ οι σκηνές μακελειού είναι απολαυστικές με μπόλικο gore. Μπορεί να ακουστεί ιερόσυλο αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με τον πιο επιβλητικό Predator που έχουμε δει.

Το στήσιμο των δύο ανταγωνιστών είναι υποδειγματικό με αρκετή έμφαση στην οπτική του Predator, χτίζοντας ιδανικά την τελική σύγκρουση μεταξύ τους. Με εξαίρεση την τρίτη πράξη που αυξάνει λίγο άτσαλα τον ρυθμό, το υπόλοιπο κομμάτι της ταινίας στήνεται άψογα, με τον Trachenberg να τιμάει με το παραπάνω την  αξεπέραστη ταινία του John McTiernan. Καταφέρνει να επαναφέρει το franchise στις ρίζες του χωρίς όμως να πέφτει στην παγίδα της αντιγραφής και παράλληλα κλείνει το μάτι στις υπόλοιπες ταινίες (συγκεκριμένα στο Predator 2).

Το Prey κατορθώνει να ανήκει στην σωστή πλευρά των σύγχρονων sequels και prequels, δεν είναι σε καμία περίπτωση φθηνιάρικη απομίμηση και στέκεται άνετα σαν αυτόνομη ταινία, ένα τεράστιο επίτευγμα στην προβληματική εποχή του Hollywood που διανύουμε. Είναι πράγματι μεγάλο κρίμα που η ταινία αυτή δεν προβλήθηκε σε σκοτεινή αίθουσα, παρόλα αυτά ευελπιστούμε η συνέχεια του franchise να ακολουθήσει την ίδια τακτική και κατά προτίμηση με δημιουργούς σαν τον Trachenberg που σέβονται το αρχικό υλικό και ξέρουν να κάνουν καλές ταινίες. Δικαίως χαρακτηρίζεται μέχρι στιγμής ίσως το καλύτερο sequel του franchise, ίσως και ισάξιο με το υποτιμημένο Predator 2.