Jack-o’-lanterns – Κολοκύθες, φωσφοροατμίδες και δαίμονες

0

Η πιο διαδεδομένη εικόνα του Halloween είναι αυτή μιας κολοκύθας, συνήθως σε περβάζι παραθύρου ή στην είσοδο ενός σπιτιού, με απόκοσμη και τρομακτική αισθητική/ατμόσφαιρα. Εδώ και δεκαετίες, η κολοκύθα έχει γίνει αγαπημένη φθινοπωρινή παράδοση στην Αμερική.

Αυτό που, ίσως, δεν γνωρίζετε είναι πως οι κολοκύθες αυτές λέγονται jack-o’lanterns και υπάρχει ολόκληρη ιστορία για το πώς έγιναν το πιο διάσημο κομμάτι του Halloween που φτάνει πίσω στους αιώνες και στις παραδόσεις του «Παλιού Κόσμου» της Ιρλανδίας, της Αγγλίας και της Σκωτίας.

Στην πορεία του χρόνου δημιουργήθηκε ένα υφαντό από παγανιστικές τελετουργίες, τρομακτικές ιστορίες και φυσικά φαινόμενα που δημιούργησε αυτήν την συναρπαστική ιστορία που αποτελείται εν μέρει από γεγονότα κι εν μέρει από φαντασία!

Κατά τη διάρκεια του Halloween, λοιπόν, ο κόσμος κόβει το πάνω μέρος μιας κολοκύθας, αδειάζει το εσωτερικό και μετά σκαλίζει στην μία πλευρά (συνήθως) ένα πρόσωπο. Το πάνω μέρος ξαναμπαίνει σαν καπάκι και μέσα στην κολοκύθα τοποθετούν ένα κερί. Όπως αναφέρθηκε και στο άρθρο για το Halloween, στην Ιρλανδία αρχικά χρησιμοποιούνταν γογγύλια. Αλλά όταν οι ιρλανδοί μετανάστες πήγαν στην Αμερική, άρχισαν να χρησιμοποιούν κολοκύθες, μιας και ήταν γηγενείς εκεί.  Και αν σκέφτεστε ότι τα γογγύλια δεν είναι τρομακτικά, σας έχω νέα…

Πώς φτάσαμε όμως στις κολοκύθες;

Πρώιμες κέλτικες τελετουργίες

Στις βορειοευρωπαϊκές κέλτικες κουλτούρες σκάλιζαν πρόσωπα σε φρούτα και λαχανικά χιλιάδες χρόνια πριν. Σύμφωνα με τον Nathan Mannion, τον έφορο του μουσείου EPIC The Irish Emigration Museum, στο Δουβλίνο, μπορεί αυτό το έθιμο να είχε προ-χτιστιανικές καταβολές και να εξελίχθηκε από τη λατρεία κεφαλής ή πιθανώς αντιπροσώπευαν τα κεφάλια εχθρών που έπαιρναν ως τρόπαια μαχών.

Η πρακτική αυτή παγιώθηκε κατά τη διάρκεια του Samhain οπότε ο κόσμος μεταμφιεζόταν και σκάλιζε τρομακτικές εκφράσεις σε ριζώδη λαχανικά, όπως παντζάρια, πατάτες και γογγύλια, που ήταν σε αφθονία μετά την πρόσφατη σοδειά.

Ο Mannion αναφέρει πως η πρακτική αυτή προέκυψε και λόγω του ότι τα μεταλλικά φανάρια ήταν αρκετά ακριβά κι έτσι χρησιμοποιούσαν ριζώδη λαχανικά και άδειαζαν το εσωτερικό τους ώστε να δημιουργήσουν αυτοσχέδια φανάρια, σκαλίζοντας πρόσωπα ώστε να λάμπει μεν το φως από το κερί στο εσωτερικό αλλά να μην σβήνει ο αέρας τη φλόγα.

Ανθρώπινα κουσούρια και κόλπα της φύσης

Η απαρχή των jack-o’-lanterns όμως δεν περιορίζεται στη χρήση της υπάρχουσας σοδειάς, ο όρος χρησιμοποιούταν και για ανθρώπους. Σύμφωνα με το λεξικό Merriam-Webster, τον 17ο αιώνα στη Βρετανία ήταν σύνηθες, όταν δεν γνώριζες κάποιον άνδρα προσωπικά, να τον αποκαλείς Jack. Ο νυχτοφύλακας, για παράδειγμα, έγινε γνωστός ως Jack-of-the-lantern ή jack-o’-lantern.

Υπάρχει όμως και η ιστορία του Stingy (τσιγκούνης, σπαγγοραμένος) Jack από τον 18ο αιώνα. Ο Stingy Jack ήταν ένας δύστροπος και πικρόχολος άνθρωπος που του άρεσε να πίνει και να εξαπατά…

Υπάρχουν πολλές εκδοχές της ιστορίας αλλά οι πιο ευρέως διαδεδομένες είναι οι εξής δύο:

Το νόμισμα

Ο Stingy Jack ήταν γνωστός απατεώνας και χειραγωγός. Ο Σατανάς, λοιπόν, έτυχε να ακούσει για τις κακές πράξεις του Jack και το λέγειν με το οποίο κατάφερνε να εξαπατήσει και να χειραγωγήσει τους γύρω του και ήθελε να δει με τα μάτια του αν ίσχυαν οι φήμες (λέγεται ότι ζήλευε και λίγο).

Ο Jack, όπως πάντα, ήταν μεθυσμένος και περιφερόταν σε έναν απόμακρο δρόμο όταν είδε ένα πτώμα στο διάβα του… το πτώμα είχε μια περίεργη γκριμάτσα στο πρόσωπο. Συνειδητοποίησε γρήγορα πως ήταν αντιμέτωπος με τον Σατανά ο οποίος ήρθε να συλλέξει την κακόβουλη ψυχή του. Έτσι, του ζήτησε να τον αφήσει να πιει μια τελευταία μπύρα πριν αναχωρήσουν για την κόλαση. Ο Σατανάς δεν είχε κανένα λόγο να διαφωνήσει και πήγε μαζί του στην τοπική παμπ όπου ήπιαν μαζί αρκετό αλκοόλ. Όταν έφτασε η ώρα να φύγουν, ο Jack ζήτησε από τον Σατανά να πληρώσει αυτός. Προς έκπληξή του, ο Σατανάς δεν είχε πάνω του λεφτά και ο Jack τον έπεισε να μεταμορφωθεί σε ασημένιο νόμισμα με το οποίο θα πλήρωνε τον barman και μετά θα μπορούσε να μεταμορφωθεί ξανά. Ο Σατανάς, εντυπωσιασμένος από τη δολιότητα του Jack, συμφώνησε και μεταμορφώθηκε… τότε ο Jack με πολλή πονηριά έβαλε το νόμισμα (τον Σατανά δηλαδή) στην τσέπη του όπου είχε και έναν σταυρό. Ο σταυρός, λοιπόν, εμπόδιζε τον Σατανά να ξαναμεταμορφωθεί. Έτσι αυτός αναγκάστηκε να ενδώσει στην απαίτηση του Jack να τον αφήσει να ζήσει για άλλα δέκα χρόνια.

Δέκα χρόνια μετά ο Jack προφανώς συνάντησε ξανά τον Σατανά με τον ίδιο τρόπο και φαινόταν πως είχε αποδεχτεί το γεγονός ότι ήταν η ώρα του να πάει στην κόλαση. Καθώς ο Σατανάς προετοιμαζόταν να τον πάρει μαζί του, ο Jack ζήτησε να του δώσει ένα μήλο επειδή πεινούσε πολύ. Ηλιθιωδώς, ο Σατανάς συμφώνησε και πάλι… καθώς σκαρφάλωσε σε ένα από τα κλαδιά μιας μηλιάς που ήταν εκεί κοντά, ο Jack περικύκλωσε το δέντρο με σταυρούς. Ο Σατανάς, αγανακτισμένος που την πάτησε ξανά, απαίτησε να τον ελευθερώσει. Ο Jack, φυσικά, έθεσε σαν όρο για να τον ελευθερώσει να μην πάρει ποτέ την ψυχή του στην κόλαση. Μην έχοντας άλλη επιλογή, ο Σατανάς υπέκυψε και συμφώνησε.

Πέρασαν τα χρόνια και το ποτό κατάφερε να σκοτώσει τον Jack. Η ψυχή του πήγε να περάσει τις πύλες του παραδείσου αλλά κάτι τη σταμάτησε. Ο Θεός τότε του είπε πως λόγω του τρόπου ζωής του, με εξαπατήσεις, αμαρτίες και ποτό, δεν μπορούσε να γίνει δεκτός στον παράδεισο. Ο Jack τότε πήγε στις πύλες της κολάσεως και παρακάλεσε να τον αφήσουν να μπει αλλά ο Σατανάς του είπε πως δεν μπορούσε να πάρει την ψυχή του. Τον λυπήθηκε όμως και του έδωσε λίγη από τη φωτιά του για να βάλει στο φανάρι του (φτιαγμένο από ένα γογγύλι) ώστε να φωτίζει τον δρόμο του καθώς περιπλανιέται στο καθαρτήριο μεταξύ κόλασης και παραδείσου στην αιωνιότητα, δίνοντας έτσι την έμπνευση για το όνομα Jack-of-the-lantern ή jack-o’lantern.

Οι τρεις ευχές

Ο Jack βρίσκει στον δρόμο του έναν ηλικιωμένο άνδρα ο οποίος φωνάζει για βοήθεια και, αντίθετα με τον γενικότερο χαρακτήρα του, αποφασίζει να τον βοηθήσει. Τον παίρνει στο σπίτι του και, μαζί με τη γυναίκα του, τον φροντίζουν. Το επόμενο πρωί, όταν πάει να δει πώς είναι ο παππούλης, έρχεται αντιμέτωπος με ένα εκτυφλωτικό φως. Ο παππούλης αποδεικνύεται ότι είναι άγγελος. Για να τον ανταμείψει, ο άγγελος του λέει ότι θα του χαρίσει τρεις ευχές. Ο Jack χρησιμοποιεί αυτές τις ευχές με τιμωρητική διάθεση. Εύχεται όποιος αγγίξει τη συκιά που βρίσκεται έξω από το σπίτι του να κολλήσει πάνω της μέχρι να τον ελευθερώσει, το ίδιο εύχεται για την καρέκλα του και το ίδιο για την εργαλειοθήκη του. Ο άγγελος απογοητεύεται από την εκδικητική διάθεση του Jack και τον αποκλείει από τον παράδεισο. Παρόλα αυτά, η ευλογία του αγγέλου έμεινε στο σπίτι κι έτσι έζησε πολλά χρόνια, έκανε πολλά παιδιά και οι σοδειές του ήταν πάντα πλούσιες.

Αρκετά χρόνια μετά, λοιπόν, ήρθε ένας δαίμονας να πάρει την ψυχή του (αφού δεν θα πήγαινε στον παράδεισο) και ο Jack του είπε να κάτσει στην καρέκλα του μέχρι αυτός να πάει να ντυθεί. Όταν ο δαίμονας συνειδητοποίησε ότι δεν μπορεί να σηκωθεί από την καρέκλα, ο Jack πήρε έναν κόπανο και άρχισε να τον δέρνει μέχρι να του σπάσει όλα τα κόκκαλα και ο δαίμονας να παρακαλέσει για έλεος. Ο Jack του είπε ότι θα σταματήσει μόνο όταν φύγει και υποσχεθεί να μην ξαναγυρίσει. Εννοείται πως ο δαίμονας συμφώνησε. Ο Σατανάς όμως, όταν το έμαθε αυτό, εξοργίστηκε και έστειλε έναν άλλο δαίμονα. Ο Jack και πάλι ξεγέλασε τον δαίμονα λέγοντάς του πως, αν είναι να πάνε στην κόλαση, θα έπρεπε να φτιάξει το παπούτσι του, και του ζήτησε να του δώσει ένα εργαλείο από την εργαλειοθήκη του. Και ο δεύτερος δαίμονας την πάτησε, λοιπόν, αφού κόλλησε στην εργαλειοθήκη η οποία ήταν κολλημένη στον τοίχο. Και πάλι ο Jack έφερε τον κόπανο και άρχισε να τον χτυπάει μέχρι να του διαλύσει όλα τα κόκκαλα. Μόνο τότε τον ελευθέρωσε.

Ο Σατανάς αποφάσισε πια να πάει ο ίδιος να πάρει τον Jack. Όταν έφτασε, ο Jack του είπε ότι έπρεπε να πάρει το μπαστούνι του γιατί θα ήταν μεγάλος ο δρόμος. Ο Σατανάς του είπε ότι δεν υπάρχει λόγος αλλά ο Jack άρχισε να προσποιείται τον σακάτη για τον πείσει. Ο Σατανάς τότε πήγε να κόψει ένα κλαδί από τη συκιά για να το χρησιμοποιήσει ως μπαστούνι και κόλλησε… Ο Jack τότε άρχισε να πηδάει από τη χαρά του, έφερε τρεις(!!!) κόπανους από το σπίτι και άρχισε να χτυπάει τον Σατανά αλύπητα ενώ αυτός παρακαλούσε για έλεος. Και έτσι ο Jack του είπε ότι θα τον άφηνε να φύγει αν υποσχόταν πως δεν θα έρθει ξανά ούτε αυτός ούτε κάποιος από τους δαίμονές του. Μην έχοντας επιλογή, ο Σατανάς συμφώνησε.

Εφόσον η ψυχή του είχε ήδη αποκλειστεί από τον Παράδεισο, όταν πέθανε, είχε την ίδια κατάληξη με την πρώτη εκδοχή της ιστορίας.

Προφανώς η ιστορία της περιπλανώμενης ψυχής του Jack χρησιμοποιούνταν ως διδακτική ιστορία… αν συμπεριφέρεσαι σαν αυτόν, θα καταλήξεις κι εσύ έτσι…

Ignis fatuus

Η ιστορία αυτή εξηγεί και το φαινόμενο ignis fatuus (ή will-o’-the-wisp, will-o’-wisp, fool’s fire, fairy lights, friar’s lantern, jack-o’lantern), ένα φυσικό φαινόμενο που προκύπτει σε ελώδεις περιοχές (βαλτοτόπια) – κοινές στην επαρχία της Ιρλανδίας – όπου δημιουργούνται λάμψεις που τρεμοπαίζουν καθώς αναφλέγονται αέρια (κυρίως μεθάνιο) οργανικής ύλης που αποσυντίθεται (νεκρά ζωάκια ή σάπια φυτά). Πρόκειται, ουσιαστικά, για φωσφορισμό των βάλτων που σε λογοτεχνική μετάφραση/απόδοση θα το λέγαμε πνεύματα των βάλτων, φώτα των βάλτων, φωσφοροατμίδα (προσωπική προτίμηση το τελευταίο). Συχνά, λοιπόν, φαινόταν σαν μια αιωρούμενη φλόγα που απομακρυνόταν από τον εκάστοτε ταξιδιώτη ο οποίος, αν προσπαθούσε να την ακολουθήσει, συχνά κατέληγε σε καταβόθρα ή σε βάλτο όπου πνιγόταν. Έτσι, ο κόσμος πίστευε πως το άτομο αυτό πέθαινε λόγω του Jack-of-the-lantern, κάποιας χαμένης ψυχής ή κάποιου φαντάσματος.

Με τον ερχομό του ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικά, σε εθνικό επίπεδο, τη δεκαετία του ’30, η ιστορία του Stingy Jack άρχισε να ξεχνιέται. Όπως άναψαν τα φώτα των σπιτιών, έτσι έσβησε η φαντασία των ανθρώπων που δημιουργούσε αυτές τις ιστορίες για να καταφέρει να εξηγήσει και να εκλογικεύσει αυτά που συνέβαιναν γύρω τους.

Φτάνοντας στην Αμερική

Την ίδια περίοδο, η παράδοση των jack-o’-lanterns είχε ήδη καθιερωθεί στον Νέο Κόσμο με αρχικές εμφανίσεις στην αμερικάνικη λογοτεχνία και στα μέσα της εποχής. Ο Nathaniel Hawthorne έκανε αναφορά το 1835 στην σύντομη ιστορία του The Great Curbuncle και ξανά το 1852 στην ιστορία Feathertop που αφορά ένα σκιάχτρο του οποίου το κεφάλι είναι μια σκαλισμένη κολοκύθα. Σύμφωνα με τη συγγραφέα του βιβλίου Pumpkin: The curious history of an American icon, Cindy Ott, η πρώτη εικόνα μιας κολοκύθας jack-o’lantern πιθανότατα εμφανίστηκε το 1867 σε τεύχος του περιοδικού Harpers Weekly.

Η ιστορία του Washington Irving, The legend of Sleepy Hollow, που εκδόθηκε το 1820 και εκδόθηκε ξανά το 1858 εκτίναξε την αγαπημένη μας κολοκύθα στο επίκεντρο της αμερικάνικης κουλτούρας. Στην κορύφωση της ιστορίας, ο Ακέφαλος Καβαλάρης πετάει μια κολοκύθα (απλή κολοκύθα, όχι jack-o’lantern) στον Ichabod Crane. Παρόλα αυτά, οι περισσότερες εικόνες που απεικονίζουν τη σκηνή, τον δείχνουν να κρατάει μια φλεγόμενη jack-o’-lantern, κάτι που εδραίωσε την ιστορία ως αγαπημένη για την περίοδο του Halloween.

Καθώς όλο και περισσότεροι Αμερικάνοι γιόρταζαν το Halloween, οι jack-o’-lanterns αναδείχθηκαν ως η πιο εμβληματική εικόνα του. Ήδη από το 1892 υπάρχουν αναφορές στα πρώτα πάρτυ Halloween στα οποία κυριαρχούσαν οι σκαλισμένες κολοκύθες ως διακόσμηση.

Πλέον, οι σκαλισμένες κολοκύθες δεν εξυπηρετούν μόνο ως διακοσμητικά στοιχεία αλλά και ως σύμβολο κοινότητας. Το βράδυ του Halloween δεν πας για trick or treat σε σπίτια που δεν έχουν jack-o’lantern. Έτσι η κολοκύθα δείχνει την καλή σχέση με τους γείτονες!

Μην ξεχνάτε αυτό που έλεγε και η Σταχτοπούτα, “I’d say the first thing you need is… a pumpkin!”