Το «Breaking Bad» υπήρξε μια σειρά που καθόρισε την αμερικάνικη τηλεόραση. Δημιουργημένο ακριβώς μετά την επιτυχημένη (και ιστορικής σημασίας για τα αμερικάνικα σίριαλ) έκβαση της απεργίας των σεναριογράφων (με εξαίρεση τα πρώτα εφτά του επεισόδια), η ιστορία του Βινς Γκίλιγκαν εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο την δημιουργική ελευθερία που προέκυψε ως απόρροια της προαναφερθείσας απεργίας και οι περιπέτειες του Γουόλτερ Γουάιτ και του Τζέσε Πίνκμαν έγραψαν ιστορία σε αυτή τη νέα περίοδο της αμερικάνικης τηλεόρασης.
Και αν αποτελεί γενική παραδοχή πως το μεγάλο προτέρημα του «Breaking Bad» είχε να κάνει με τον χαρακτήρα του Μπράιαν Κράνστον και ειδικότερα, με την ανατριχιαστική μετάλλαξή του κατά την εξέλιξη του σίριαλ, ο αντίστοιχος ντόρος δεν έγινε ποτέ για τον έτερο βασικό χαρακτήρα του «Breaking Bad»: ο εικονικός Τζέσε Πίνκμαν του Άαρον Πολ «καπελώθηκε» από τον εμβληματικό καθηγητή χημείας που μετουσιώθηκε σε αληθινό μαφιόζο, παρά το γεγονός πως και το δικό του «ταξίδι» μόνο αμελητέο δεν υπήρξε. Για την ακρίβεια, δεν θα ήταν καν υπερβολή να ειπωθεί πως αυτός ο χαρακτήρας υπήρξε απείρως πιο τραγικός από τον παρτενέρ του.
Αν θυμηθεί άλλωστε κανείς τα τελευταία επεισόδια του «Breaking Bad» θα διαπιστώσει ότι βρίσκουν τον Τζέσε Πίνκμαν να είναι ένας αληθινός σκλάβος των ναζί villains της τελευταίας περιόδου της σειράς: αλυσοδεμένος και κακοποιημένος, ο Πίνκμαν φτιάχνει μπλε μεθ για να κονομάνε οι ναζί πρεζέμποροι «ιδιοκτήτες» του προτού τον απελευθερώσει ο Γουόλτερ Γουάιτ στο τελευταίο επεισόδιο. Και όμως: ακόμα και σε αυτή την περίπτωση ο Πίνκμαν παραμένει αδικημένος. Άπαντες θυμόμαστε τον Γουόλτερ Γουάιτ να ξεψυχάει ολοκληρώνοντας το ταξίδι του αλλά ελάχιστοι αναρωτηθήκαμε τι απέγινε εκείνο το βασανισμένο παιδί -ο Τζέσε- που έφυγε γκαζώνοντας ένα αμάξι ως κυνηγημένος. Αν μη τι άλλο, πραγματικά πολύ άδικο για τον Τζέσε αυτή η αδιαφορία.
Αυτή την αδικία επιχειρεί να διορθώσει το «El Camino: A Breaking Bad Story», η ταινία του Netflix που αποτελεί το απευθείας σίκουελ του «Breaking Bad» και που πιάνει το νήμα της ιστορίας από εκεί που το τελευταίο επεισόδιο της σειράς το είχε αφήσει. Το «Εl Camino» είναι μια ατομική ιστορία του Τζέσε Πίνκμαν, ο οποίος χωρίς να βρίσκεται πλέον στην σκιά του Γουόλτερ Γουάιτ, συνεχίζει να ανεβαίνει τον προσωπικό του Γολγοθά μπας και ξεμπλέξει ποτέ από τα σκατά στα οποία χώθηκε μέσω της ενασχόλησής του με τον κόσμο των ναρκωτικών.
Δημιουργικές προσπάθειες όπως το «El Camino», που αποτελούν μια επιχείρηση αναβίωσης υπερεπιτυχημένων concepts που ωστόσο έχουν κλείσει τον κύκλο τους, αντιμετωπίζονται με μια εύλογη δυσπιστία: γιατί να αναστήσεις κάτι που ολοκληρώθηκε όπως έπρεπε; Και αν το χαλάσεις; Ο Βινς Γκίλιγκαν όμως ξέρει τι κάνει. Το είχε αποδείξει άλλωστε και με το καταπληκτικό «Better Call Saul» που αν και spin off και ταυτόχρονα, πρίκουελ του «Breaking Bad» έχει όλα τα φόντα να σταθεί ισάξια στο πλάι του. Το «El Camino» διακατέχεται από την ικανότητα του Γκίλιγκαν να επαναδομεί το σύμπαν του «Breaking Bad» χωρίς ποτέ να το υποβιβάζει σε κάτι πιο ασήμαντο από αυτό που υπήρξε.
Πρόκειται, μέσα σε γενικές γραμμές, για μια ταινία που πανεύκολα θα μπορούσε να είναι ένα δίωρο επεισόδιο του «Breaking Bad». Υπό μια έννοια, μπορεί να γίνει αντιληπτό και με αυτόν ακριβώς τον τρόπο: ως το ετεροχρονισμένο φινάλε του «Breaking Bad» που οι δημιουργοί του ξέχασαν να μας δείξουν. Τίποτα παράταιρο δεν υπάρχει εδώ, καμία προσπάθεια εκβιασμού συναισθημάτων απέναντι στον θεατή που βλέπει ένα σύμπαν που κάποτε αγάπησε να ζωντανεύει ξανά. Αντίθετα, το «Εl Camino» λειτουργεί πλήρως οργανικά με το σύμπαν στο οποίο ανήκει.
Συνδυάζοντας αρμονικά το crime στοιχείο με τα χαρακτηριστικά ενός δράματος χαρακτήρων -όπως ακριβώς και το «Breaking Bad»- και εκμεταλλευόμενο τα στοιχεία Άγριας Δύσης που προκύπτουν από το περιβάλλον της ιστορίας για να εισαχθεί μια γουέστερν φιλοσοφία και αισθητική στα τεκταινόμενα τόσο σε επίπεδο ατμόσφαιρας όσο και σε επίπεδο χαρακτήρων (η -με διαφορά- καλύτερη στιγμή της ταινίας άλλωστε είναι ένας περήφανος και απολαυστικότατος φόρος τιμής στην παράδοση των γουέστερν), το «El Camino» έρχεται και «δένει» πανέμορφα με το σίριαλ-προκάτοχό του.
Ειδική μνεία πρέπει να γίνει και στην ερμηνεία του Άαρον Πολ: δίχως υπερβολή, το «El Camino» είναι ένα one man show του 40χρονου ηθοποιού στον ρόλο που υπήρξε ο πιο χαρακτηριστικός της μέχρι τώρα ζωής του. Ο Πολ ξαναζωντανεύει τον Τζέσε Πίνκμαν σαν να βάζει να πιει ένα ποτήρι νερό αλλά ταυτόχρονα, τίποτα διεκπαιρεωτικό δεν υπάρχει στην ερμηνεία του, το ακριβώς αντίθετο. Το φρικαρισμένο βλέμμα του παραμένει σταθερό (όπως πρέπει άλλωστε με όλα αυτά που έχει τραβήξει ο χαρακτήρας του) αλλά ταυτόχρονα, εμπλουτίζεται με μια γκάμα αντιδράσεων που χωρίς πολλές επεξηγήσεις περνάει στον θεατή όλα τα συναισθηματικά στάδια του: την αγωνία, την λύτρωση, την ικανοποίηση, την οργή, την ελπίδα και φυσικά, την λύπη (πρόκειται άλλωστε για έναν πολύ βαθιά τραυματισμένο ψυχικά χαρακτήρα). Αν δεν έκανε τόση φασαρία ο Χοακίν Φίνιξ του «Joker» αυτή την εποχή, σίγουρα θα γινόταν πολύ μεγαλύτερος λόγος για αυτά που καταφέρνει εδώ ο Πολ.
Και κάπως έτσι, το «El Camino», το θαυμαστό φινάλε μιας περιπετειώδους Οδύσσειας ενός πολύ αδικημένου αντι-ήρωα, κλείνει με ιδανικό τρόπο ένα υπεραγαπημένο σύμπαν. Ή μήπως πρόκειται απλά για ένα από τα περεταίρω ανοίγματά του; Θα δείξει…