Doomsday Clock ή Ο Δρ. Μανχάταν και τα κουλουβάχατα της Ιστορίας

Έτος 1992. Όχι το δικό μας 1992, αλλά εκείνο του σύμπαντος των Watchmen. Επτά χρόνια με άλλα λόγια από τότε που εκείνο το εξωγήινο, γιγάντιο καλαμάρι σκότωσε εκατομμύρια ανθρώπους στη Γη αλλά υπήρξε η αφορμή για να ενωθεί επιτέλους ο διχασμένος πλανήτης. Για λίγο βέβαια. Διότι πολύ σύντομα το σχέδιο του Οζυμάντιας έγινε γνωστό, η γήινη ενότητα αποδείχθηκε πως ήταν βασισμένη πάνω σε ένα ψέμα και μόλις επτά χρόνια μετά, η Γη βρίσκεται σε παρόμοια φάση: ο πλανήτης κινδυνεύει να αυτο-εξοντωθεί, το κλίμα στους δρόμους είναι ταραγμένο και απομονωμένος ο Οζυμάντιας ψάχνει να βρει τη λύση.

Μπορεί άλλωστε να είναι ο πιο μισητός άνθρωπος στη Γη, μπορεί να είναι διεθνώς καταζητούμενος για το μαζικό έγκλημα που ενορχήστρωσε προ επταετίας αλλά παραμένει και ο πιο έξυπνος άνθρωπος του πλανήτη και ξέρει πως μόνο αυτός μπορεί να σώσει (ξανά) την ανθρωπότητα. Αλλά για να το πετύχει αυτό πρέπει να βρει τον Δρ. Μανχάταν που αγνοείται εδώ και χρόνια. Και ο τελευταίος φαίνεται πως βρίσκεται σε ένα άλλο σύμπαν, σε μια παράλληλη πραγματικότητα, έναν κόσμο που μοιάζει πολύ με αυτόν των Watchmen αλλά είναι γεμάτος με πολλούς παραπάνω υπερήρωες -ο Σούπερμαν είναι ο μεγαλύτερος και διασημότερος εξ’ αυτών- και πολλούς υπερ-villain. Μαζί με μια μυστήρια εκδοχή του Ρόρσαχ και ένα ζευγάρι κακοποιών που ο Οζυμάντιας θεωρεί πως είναι «κλειδιά» για να πειστεί να γυρίσει στον κόσμο του ο Δρ. Μανχάταν θα ταξιδέψουν στην πραγματικότητα που εμείς γνωρίζουμε ως σύμπαν της DC. Και φυσικά, η συνάντηση αυτών των δυο κόσμων δεν θα έχει ανώδυνα αποτελέσματα.

Αν δεν είσαι οπαδός των «Watchmen», αν δεν έχεις διαβάσει το θρυλικό graphic novel του Άλαν Μουρ, τότε είναι δεδομένο πως οι δυο παραπάνω παράγραφοι, που συμπυκνώνουν την βασική υπόθεση του «Doomsday Clock», σου φαίνονται ακαταλαβίστικοι. Μην κάνεις καν τον κόπο να διαβάσεις ετούτο το graphic novel σε αυτή την περίπτωση (το οποίο κυκλοφορεί σε δυο τόμους στα ελληνικά από την Anubis). Αν πάλι είσαι από εκείνους που γουστάρουν με μανία την ιστορία του Μουρ (την καλύτερη υπερηρωική ιστορία όλων των εποχών κατά πολλούς – όχι όλους…) τότε μπορείς πανεύκολα να καταλάβεις πως εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα ιδιότυπο σίκουελ. Και είναι πράγματι αρκετά ιδιότυπο. Για την ακρίβεια, το «Doomsday Clock» είναι μια δομικά αιρετική προσπάθεια να συνεχιστεί η αρχική, κλασική ιστορία, βουτηγμένη μέσα στο ρίσκο από την «γέννησή» της.

Διότι μπορεί τα δικαιώματα των Watchmen να τα διαχειρίζεται εδώ και χρόνια η DC, μπορεί το ύφος τους και η φιλοσοφία του σύμπαντός τους να ταιριάζει πολύ με το δικό της σύμπαν αλλά πρόκειται για έναν τίτλο που αποτελεί κοινό μυστικό πως είναι πολύ δύσκολο να ενωθεί μυθοπλαστικά με τους ήρωες όπως ο Μπάτμαν, ο Σούπερμαν, ο Φλας και οι λοιποί της DC. Γι’ αυτό άλλωστε και η σειρά «Before Watchmen», το πρίκουελ δηλαδή που εξέδωσε η DC το 2012 δεν μπήκε ποτέ σε αυτή τη διαδικασία. To «Doomsday Clock» των Geoff Johns και Gary Frank επιχείρησε αυτό το γενναίο βήμα. Δίχως έκπληξη κάποιοι απαξίωσαν αυτή την προσπάθεια εξαρχής, πριν καν ολοκληρωθεί. Άλλοι -οι περισσότεροι- κράτησαν μικρό καλάθι μεν, την διάβασαν με όρεξη και προσμονή δε. Εν τέλει, η έκδοση των πρώτων κεφαλαίων αυτής της ιστορίας προκάλεσε θετικές αντιδράσεις και το κλίμα για αυτή την κατά πολλούς «ιερόσυλη» προσπάθεια άλλαξε.

Πράγματι, το «Doomsday Clock» από τις πρώτες του μόλις σελίδες καταφέρνει να σε κάνει να ενδιαφερθείς και να πάρεις πολύ σοβαρά την συνένωση αυτών των δυο συμπάντων. Κυρίως, διότι το μυστήριο της ιστορίας είναι εξόχως γοητευτικό και το στήσιμο του σύμπαντος σεμιναριακού επιπέδου. Όμως όλα αυτά αποτελούν την αφετηρία για μια ιστορία. Και όσο καλές βάσεις και αν μπουν στην αφετηρία μιας ιστορίας, όσο αριστοτεχνικά και ελκυστικά και αν δομηθεί το περιβάλλον όπου λαμβάνουν χώρα τα τεκταινόμενα, η αληθινή ουσία βρίσκεται σε αυτά τα τελευταία και την εξέλιξή τους. Και όσο το «Doomsday Clock» προχωράει δίνεται όλο και περισσότερο η εντύπωση στον αναγνώστη πως οι δημιουργοί τα έχουν δώσει όλα για να στήσουν αποτελεσματικά τον κοινό κόσμο των Watchmen και της Justice League και έχουν κάνει εξαιρετική δουλειά σε αυτόν τον τομέα αλλά αυτό δεν ικανό να καμουφλάρει την σεναριακή έλλειψη προσανατολισμού που διακατέχει την ιστορία τους.

Το ενδιαφέρον με το «Doomsday Clock» είναι πως στο εσωτερικό της πλοκής του στοιβάζονται μια σειρά από ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες ιδέες. Όπως για παράδειγμα, το χτίσιμο μιας σύγκρουσης ανάμεσα στον Σούπερμαν και τον Δρ Μανχάταν. Ή η ακροβασία του τελευταίου ανάμεσα στην ανθρώπινη και την μεταφυσική φυσιογνωμία του και ο τρόπος που επιδρούν σε αυτή την διπλή ταυτότητά του οι όροι με τους οποίους αντιλαμβάνεται την έννοια του χρόνου. Αλλά και άλλες υπέροχες ιδέες: ας πούμε, οι υπερήρωες ως κρατικά όπλα στην πολεμική φαρέτρα και οι γεωπολιτικοί συσχετισμοί με γνώμονα αυτούς. Ή -η καλύτερη ιδέα όλων- το αυτόνομο κράτος των ανθρώπων με ειδικές δυνάμεις που δεν θέλουν να είναι υπερήρωες-πιόνια κυβερνήσεων και ζουν ειρηνικά σε μια δική τους, οριοθετημένη με σύνορα και εσωτερικούς κανόνες, κοινωνία υπερανθρώπων, της οποίας εμπνευστής, ηγέτης και προστάτης είναι ο Black Adam. Όμως και πάλι: οι καλές ιδέες δεν φτάνουν, πρέπει και να συντονίζονται. Αν δεν τα καταφέρνουν θα ήταν καλύτερα να αναπτύσσονται αυτόνομα σε άλλες ιστορίες.

Τελικά, η πληθώρα υπέροχων ιδεών στο «Doomsday Clock» καταλήγουν να θυμίζουν μια άναρχα δομημένη ελεύθερη έκθεση ιδεών και αντί να αποτελούν «φάρμακο» για την έλλειψη σεναριακής κατεύθυνσης, εν τέλει την υπερτονίζουν: πολλά καρπούζια με άλλα λόγια κάτω από μόλις δύο μασχάλες. Ακόμα και ο Δρ Μανχάταν, η παρουσία του οποίου, εν μέσω ενός κουλουβάχατου από sublots και σκόρπιες ανεκμετάλλευτές ιδέες, αναδύεται ως συναισθηματικό κέντρο της ιστορίας, δεν μπορεί να τα κουβαλήσει. Και εν τέλει, το οικοδόμημα του «Doomsday Clock» αντί να μοιάζει όλο και πιο επιβλητικό όσο η πλοκή του εξελίσσεται, καταρρέει σελίδα με τη σελίδα προς το φινάλε. Τουλάχιστον, μας μένουν πολλές ωραίες ιδέες. Δυστυχώς ωστόσο, είναι ορφανές. Ίσως σε κάποιο άλλο σύμπαν, κάποιος κάπως να τις εκμεταλλευτεί.