«Disco Elysium»: H αναγέννηση του κλασσικού RPG

0

Αν ήταν να επιλέξω το καλύτερο indie παιχνίδι του 2019, αν όχι των τελευταίων χρόνων, σε
δευτερόλεπτα θα επέλεγα το «Disco Elysium». Και σ’αυτό νομίζω θα συμφωνούσε μεγάλο μέρος της κοινότητας. Η πιο ευχάριστη έκπληξη για φέτος ήρθε από το εσθονικό studio ZA/UM, μία δυναμική και σθεναρή πρώτη εμφάνιση, με ένα παιχνίδι που ήρθε για να μείνει ανεξίτηλο στην ιστορία του (C)RPG είδους.

Θυμίζοντας τα κλασσικά παιχνίδια ρόλων, το «Disco Elysium» εμπνέεται από το είδος του pen&paper, είναι ένα open world RPG με dice mechanics, πολλαπλές επιλογές και ένα ιδιαίτερο, εκπληκτικό skill system το οποίο επιτρέπει στο παιχνίδι να διατηρεί όντως την αίσθηση της επιλογής, χωρίς να καταλήγει σε μία ψευδαίσθηση, όπως άλλα choice – based παιχνίδια. Με το αφηγηματικό του στυλ – το οποίο είναι πέρα για πέρα γοητευτικό – και καλοδουλεμένους διαλόγους, το «Disco Elysium» ανανεώνει και ξεσκονίζει το κλασσικό είδος του pen&paper RPG.

Η πλοκή περιστρέφεται γύρω από έναν αλκοολικό ντετέκτιβ, ο οποίος ξυπνά από ένα πολύ κακό όνειρο, μόνο για να συνειδητοποιήσει ότι δε θυμάται τίποτα – εκτός ίσως απ΄το ότι θέλει να πεθάνει. Παρ’όλα αυτά έχει μία υπόθεση να λύσει: το φόνο ενός άγνωστου άντρα, ο οποίος βρίσκεται κρεμασμένος έξω από το πανδοχείο στο οποίο διαμένει. Συνάδελφός του σε αυτήν την υπόθεση είναι o υπολοχαγός Kim Kitsuragi, ένας συνεσταλμένος και υποδειγματικός τύπος που καμία σχέση δεν έχει με τον αυτοκαταστροφικό, αλκοολικό και καταθλιπτικό πρωταγωνιστή της ιστορίας. Οι δύο τους προσπαθούν να λύσουν το αινιγματικό λιντσάρισμα του άγνωστου άνδρα, ξεδιαλύνοντας μία υπόθεση η οποία είναι
έτοιμη να ξεσπάσει ανά πάσα στιγμή σε έναν πόλεμο. Το σκηνικό είναι η ρημαγμένη πλέον και μουντή πόλη Martinaise με την πηκτή ιστορία της και τους ιδιότροπους κατοίκους της. Μία μυστηριώδης γυναίκα, μία κλίκα συμμορίας, μία ένωση εργατών που ξεκινά απεργία, ιδιότροποι κρυπτοζωολόγοι, ρεϊβάδες που θέλουν να μετατρέψουν μία εκκλησία σε κλαμπάκι, μία περίεργη κατάρα, και πολλά – πολλά ακόμη, περιπλέκονται στην εξιχνίαση της υπόθεσης και έρχονται στο τέλος να δέσουν όλα με έναν πολύ περίεργο και σχεδόν κωμικό τρόπο.

Το Skill System του παιχνιδιού σου επιτρέπει να εξερευνήσεις την ιστορία πολυπλευρικά, δίχως να γίνεται μονότονη και επίπεδη, προσφέροντας εύρος ικανοτήτων που επιτρέπουν συνομιλίες με αντικείμενα, ονειρικές καταστάσεις, αχαλίνωτο μπρουταλισμό, φλερτάρισμα με αμφεταμίνες και αλκοόλ, παιχνίδια ρητορικής και πειθούς και γενικά κανένα γούστο δεν μένει παραπονεμένο. Τα skills μπαίνουν στο παιχνίδι με τη μορφή ψυχαναγκαστικών σκέψεων στο μυαλό του ντετέκτιβ, παίρνοντας τη μορφή διαλόγου, χωρίς να χάνονται σε απλά stats, δίνοντας hints και επηρεάζοντας την κρίση του ήρωα- κάτι που ζωντανεύει ακόμα περισσότερο το παιχνίδι. Μπορείς να είσαι ο λογικός, διανοητικός και μονόχρωτος ντετέκτιβ, μπορείς να είσαι ντετέκτιβ του παραφυσικού είτε ο διεφθαρμένος speedάκιας
μπάτσος· είτε βλέπεις οράματα με γραβάτες που έχουν καυστικό χιούμορ, είτε νιώθεις την ανάγκη να χτυπάς μανιωδώς το γραμματοκιβώτιο της πλατείας, η εξέλιξη της πλοκής είναι εξίσου νόστιμη κι ενδιαφέρουσα.

Το skill system προσφέρει τέσσερις τάξεις, η κάθε μία από τις οποίες έχει έξι ικανότητες τις οποίες μπορείς να αναβαθμίζεις με xp points κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού. Επιπλέον, σε δεύτερη γραμμή υπάρχει και ένα σύστημα αναμνήσεων και σκέψεων, η κάθε μία από τις οποίες δίνει έξτρα stats και skills αναλόγως τη φύση της· κάτι σα να διαμορφώνεις τον εσωτερικό ψυχισμό και τις αναμνήσεις του χαρακτήρα εκ νέου αναλόγως με τις επιλογές που κάνει. Τα stats επηρεάζονται και από το εξωφρενικό στυλιστικό γούστο του χαρακτήρα (ποιος ντετέκτιβ δε φοράει πράσινα κροκοδειλέ παπούτσια;), διάφορα items και boosts όπως π.χ. αλκοόλ, ψυχεδελικά ή αμφεταμίνες – αναγκαία για κρίσιμες επιλογές και καταστάσεις, προμηθεύοντάς τα από το τοπικό ψιλικατζίδικο ή κατάσχοντάς τα σαν τίμιος αστυνόμος.

Tα quests του παιχνιδιού είναι τόσα όσα πρέπει να είναι, χωρίς να γίνονται βαρετά side quests που κάνεις από καταναγκασμό, όλα έχουν να δώσουν στην κύρια πλοκή, κάτι που εκτιμώ αφάνταστα από ένα RPG του είδους του, δεν επαναλαμβάνεται τίποτα, όλα φρεσκάρουν την εμπειρία χωρίς να νιώθει κανείς ότι σέρνεται άσκοπα σε αδιάφορα tasks. Ίσα ίσα, μερικά από τα side quests, τολμώ να πω πως είναι πολύ πιο μαγνητικά από το κύριο στόρυ, εμβαθύνουν στο lore και στους χαρακτήρες, φέρνοντάς σε πιο κοντά με τον αφύσικο αλλά και περίεργα οικείο κόσμο της Revanchol.

Η γραφή του Robert Kurvitz, δημιουργού του παιχνιδιού, είναι τέτοια που σχεδόν δε σε αφήνει να ξεφύγεις από τον κόσμο που σου ξετυλίγει, σε γραπώνει σε μία δίνη φανταστικού ρεαλισμού, σε ιστορίες με απύθμενο βάθος, το οποίο παραξενεύει δεδομένου του πόσο μικρός είναι ο κόσμος του παιχνιδιού. Ακριβώς όμως αυτό είναι που κάνει το «Disco Elysium» ίσως το καλύτερο στο είδος του: η μικρή πόλη Martinaise και οι κάτοικοί της ξεδιπλώνονται ακατάπαυστα δίχως να κουράζουν ούτε λεπτό, δίνοντας την αίσθηση πως έχεις να κάνεις με έναν τεράστιο κόσμο που *πρέπει* να γνωρίσεις. Κάθε τι μέσα σ’αυτήν
την πόλη, από τους χαρακτήρες μέχρι και τα κτήρια σε τραβάει μέσα του χωρίς να είσαι ποτέ σίγουρος που θα καταλήξεις. Η αμνησία του πρωταγωνιστή λειτουργεί εξαιρετικά σαν αφηγηματικό εργαλείο, δίνοντάς την αίσθηση πως μαθαίνεις από το μηδέν τον κόσμο, την πραγματικότητα, φτιάχνοντάς έναν χαρακτήρα μαζί με το παρελθόν του χωρίς να περιορίζεται η εμπειρία του παιχνιδιού. Όλα στην πλοκή αφήνουν χώρο για ακόμη λίγο μυστήριο, για ακόμη λίγη αγωνία· ποτέ δεν είσαι σίγουρος ούτε για το ποιος είσαι.

Ακόμη αυτό που δίνει τον ιδιόμορφο χαρακτήρα στο αφηγηματικό στυλ του παιχνιδιού είναι ακριβώς ότι δε φοβάται να σπάσει τον τέταρτο τοίχο, σου τη λέει και σου τη λέει με στυλ. Αυτοσαρκάζεται το ίδιο  το παιχνίδι, γελάει με τον εαυτό του μέσα από καυστική και on point πολιτική σάτιρα, κοινωνική κριτική τόσο εύστοχη που δε μπορείς παρά να αγαπήσεις κάθε ειρωνική του σπόντα. Δε φοβάται να γίνει ακραίο. Αγαπάς τον ντετέκτιβ που δε μπορεί να θυμηθεί καν το όνομά του αλλά καλείται να αποφασίσει αν είναι κομμουνιστής, φιλελεύθερος, φασίστας ή απλά ένας απολιτίκ αλκοολικός. Δε μπορείς να μην γελάσεις με
αυτόν τον κόσμο που θυμίζει ανησυχητικά το δικό μας αλλά όχι ακριβώς: ένας δισκοπικός κόσμο που θα μπορούσε να είναι ο δικός μας, μόνο που έχει κάτι διαφορετικό, αλλά κάτι απροσδιόριστα διαφορετικό.

Είναι ένας ζοφερός αλλά ταυτόχρονα κωμικός κόσμος, γεμάτος υπαρξιακή αγωνία αλλά ταυτόχρονα όμορφος και συμπονετικός· η γκρίζα εγκαταλελειμμένη πόλη της Martinaise είναι ένα κολάζ του κόσμου μας και ο ντετέκτιβ θα μπορούσε άνετα να χει το δικό μας όνομα. Είναι σχεδόν σα να βγήκε από το μυαλό του David Lynch, λίγο σα να είναι ένα μακρυνό ξαδέρφι του Twin Peaks: κάτι υπάρχει σ’αυτό το παιχνίδι αλλά δε μπορείς να το αγγίξεις ακριβώς και αυτό είναι που το κάνει τόσο γοητευτικό.

Το artwork είναι επίσης αριστοτεχνικά δουλεμένο και είναι αυτό που βγάζει και την απαραίτητη σκοτεινιά που αντισταθμίζει το κωμικό στοιχείο, με εικόνες που θυμίζουν πίνακες του Francis Bacon, εφιαλτικές σχεδόν, δένοντας όμως υπέροχα με την ατμόσφαιρα του παιχνιδιού. Το ίδιο ισχύει για το soundtrack, γραμμένο από το εγγλέζικο συγκρότημα British Sea Power, το οποίο είναι μελαγχολικό και υπνωτιστικό με proto-rave ξεσπάσματα ‘δω και ‘κει, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο την ανοίκεια αύρα που θέλει να πετύχει το παιχνίδι.

Το «Disco Elysium» αξίζει κάθε έπαινο, κάθε καλό λόγο, το συγχωρούμε που τελειώνει κάπως μισογεμάτα, το αγαπάμε και ζητάμε κι άλλα τέτοια παιχνίδια και σίγουρα ζητάμε ακόμα ένα sequel να γεμίσει το κενό. Δίχως δεύτερη σκέψη είναι ένα παιχνίδι που κάθε λάτρης των RPG και της καλής αφήγησης πρέπει να δοκιμάσει γιατί αλλιώς θα χει χάσει μία αξιόλογη εμπειρία. Και τέλοσπάντων είναι απίστευτο, το εγγυάται κι η γραβάτα μου.