«Black Summer»: Υπεράνθρωποι ή υπερήρωες;

0

Το concept του υπερηρωικού genre ενέχει μέσα του την πιο πρωτόγονη μορφή ηθικής: αυτή είναι η αντίθεση κακού και καλού, είναι ο ήρωας ενάντια στην προσωποποιημένη απειλή. Ο υπερήρωας δε θα ήταν υπερ-ήρωας εάν δεν καθοριζόταν αρνητικά από το αντίθετό του: τον κακό, αντι-ήρωα. Στο comic book του Warren Ellis, Black Summer, αυτή η σχέση γίνεται εύθραυστη και μαζί της διαλύεται και η έννοια του υπερήρωα σε μία περισσότερο ανθρώπινη πλευρά, μία πλευρά συμμιγώς ηθική, ενώ η προσωποποιημένη απειλή είναι περισσότερο ένα ηθικό ναρκοπέδιο.

Είναι ένα από τα πιο κλισέ σενάρια όπου ο ήρωας χάνεται στην ίδια του την περσόνα, αποφασίζει να πάρει θέση θεού και να παίξει με τη δικαιοσύνη, αλλά εν τέλει είναι οι συνέπειες αυτές που του υπενθυμίζουν την πολύ ανθρώπινη φύση του. Και όλα αυτά δουλεμένα μέσα από μία gore αισθητική αναδεικνύουν ένα comic book τιγκαρισμένο στη δράση, την ανατροπή και την ειρωνεία.

Τόπος η διεφθαρμένη Αμερική, πρωταγωνιστές μία ομάδα από tech freak ενισχυμένους μετα-ανθρώπους πλέον αποσυρμένοι από τη δράση, offline και φαντάσματα των ταυτοτήτων τους. Τα seven guns, η άλλοτε υπερ-ομάδα συντονισμένη ενάντια στη διεφθαρμένη αστυνομοκρατία και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις ασφάλειας με τρομοκρατικές πρακτικές. Ένα κράτος παρακολούθησης και ομάδα που συγκροτήθηκε από, όπως λέει ο συνιδρυτής της, Frank Blacksmith, science nerds με πολιτικοκοινωνική συνείδηση ως αντίδραση στο καταπιεστικό καθεστώς, πλέον μία σπασμένη ομάδα παραιτημένη από κάθε ιδεολογία. Εκτός από τον John Horus.

Ένα από τα βασικότερα μέλη και ο πιο εσωστρεφής και ευφυής, ο John σε μία επαναστατική πράξη αποφασίζει την ημέρα της Ανεξαρτησίας να διαπράξει το βαρύτερο πολιτικό έγκλημα: τη δολοφονία του Προέδρου των Ηνωμένων Εθνών. Στόχος του να προκαλέσει επανάσταση, ή καλύτερα, μία επαναφορά. Επαναφορά του δημοκρατικού καθεστώτος, ενός καθεστώτος που εκφυλίζεται για χρόνια από το παρακράτος και την εγκληματική ατζέντα της κυβέρνησης. Παρ’όλα αυτά ακολουθεί την κατεξοχήν αντιδημοκρατική στάση του εκβιασμού, εμφανίζεται σαν ένας τρομοκράτης – μεσσίας, εντελώς ειρωνικά αφού το αρνείται ρητά, έτοιμος να θυσιάσει την ηθική του συνείδηση για το μεγαλύτερο καλό και την αμερικανική ελευθερία. Αυτή είναι η αρχή μιας αλυσίδας γεγονότων που καταλήγει σε χιονοστιβάδα συνεπειών, σε ένα ανεξέλεγκτο χάος.

Η υπόλοιπη ομάδα έρχεται αντιμέτωπη μέσα σε μία μόνο στιγμή με το παρελθόν και ένα αρκετά τρομακτικό παρόν, στο οποίο είναι όλοι καταζητούμενοι αυτομάτως ως συνένοχοι του Horus, όντας στην ίδια ομάδα. O Tom Noir, επίσης συνιδρυτής και αρχηγός, συνεντριμμένος μετά τον θάνατο της κοπέλας του και μέλος της ομάδας, Laura, έρχεται πρώτος αντιμέτωπος με έναν «νεκροζώντανο» Frank που ήρθε να τακτοποιήσει την υπόθεση, αυτή τη φορά από την αντίπαλη πλευρά, ως μέλος της CIA. Η αποκαλυπτική αυτή συνάντηση σηματοδοτεί την επανένωση της ομάδας: του Tom Noir, Zoe Jump, Dominic Atlas Hyde, Angel One και Kathryn Artemis. Η επανένωση όμως δεν έχει ακριβώς χαρακτήρα φιλικής επανένωσης, περισσότερο είναι σύγκρουση μέσα σε ένα κλίμα αναστάτωσης, φυγής και αναπόφευκτης εμπλοκής με τις στρατιωτικές δυνάμεις του κράτους να συρρέουν σε όλη τη χώρα για τους καταζητούμενους που συνιστούν απειλή για την ασφάλεια του έθνους. Οι ήρωες φαίνεται να μην είχαν άλλη επιλογή, βρίσκονται αναγκαστικά σε αυτήν την αδιέξοδη θέση. Είναι παγιδευμένοι σε ένα ηθικό κλουβί και πρέπει να επιλέξουν στάση: να γυρίσουν τις πλάτες τους στον John, πηγαίνοντας με τη μεριά του νόμου ή να πάρουν οι ίδιοι το νόμο στα χέρια τους;

Παράλληλα, ο John ως μία μορφή παντόπτη θεού πλαισιωμένος από ραδιενεργά μάτια, αυτή είναι η τεχνοδύναμή του, παρακολουθεί το σχέδιό του να παρεκτρέπεται ήδη σε μία τραγωδία. Ο τρόπος που παρουσιάζεται ως η ενσάρκωση του αιγύπτιου θεού, τα μάτια του και το ψευδώνυμό του παραπέμπουν στο μάτι του Ώρου – σύμβολο προστασίας και εξουσίας, ως ένας εξωφρενικός θεός που όμως κάτι του ξέφυγε, είναι γεμάτος ειρωνεία. Από την άλλη πλευρά, ο Dominic Atlas προσπαθεί μόνος του να κρατήσει, θα λέγαμε στους ώμους του, τις ισορροπίες και να αποτρέψει την ολική καταστροφή δηλώνοντας πλήρη αποχή από τις πράξεις του φίλου του – άλλωστε ο Dominic είναι ο πιο συντηρητικός της ομάδας και έτοιμος να συμβιβαστεί για χάρη του έθνους, που είναι το δικό του ιδανικό.

Είναι τα δύο άκρα: από τη μία ο ιδεαλιστής, επαναστατικός John και από την άλλη ο συντηρητικός, μετριοπαθής Dominic. Είναι η υπέρβαση του νόμου σε αντίθεση προς την υποταγή σε αυτόν. Καταλύτης σε αυτή τη σύγκρουση είναι ο αρχηγός της ομάδας, Tom Noir -το Νoir εδώ ως σημαίνον της ντετεκτιβικής ευφυϊας του. Ο Τom είναι προνοητικός, αναλύει έντεχνα τις καταστάσεις και τους ανθρώπους και βρίσκεται πάντα ένα βήμα μακρύτερα, ακόμα και από τον αναγνώστη.

Οι γυναίκες της ομάδας, αν και λίγο παραμελημένες στην ευρύτερη πλοκή, καθώς συνειδητοποιούν το μέγεθος της καταστροφής, παραμένουν ουδέτερες στην κεντρική διαμάχη και αποφασίζουν, δυναμικά μεν και σαν ομάδα, να αναλάβουν ξανά την ταυτότητα των υπερηρωίδων και να διορθώσουν ό,τι διορθώνεται. Εν αντιθέσει με τη μεγαλομανία των κεντρικών αντρικών χαρακτήρων, είναι οι πιο νηφάλιες στις αποφάσεις τους και λειτουργούν ως αντίβαρο στον παρορμητισμό των υπόλοιπων χαρακτήρων.

Το Black Summer είναι ένα comic για τα ηθικά όρια, ειδικά όταν αυτά εξετάζονται μέσα σε πλαίσιο κράτους, και αυτά τα όρια ισχύουν εδώ είτε είσαι άνθρωπος είτε ένας υπερδύναμος, μετα-άνθρωπος, ένα ον που υπερβαίνει την εξελικτική κλίμακα που ωστόσο όμως παραμένει μία ηθική συνείδηση, ένας ακόμα παράγοντας μέσα σε ένα πολύπλοκο πλέγμα σχέσεων. Μπορείς να υπερβείς τα όρια όταν αυτό συνιστά μία απόφαση που λαμβάνει ένα άτομο για όλους; Πότε αρχίζεις να μοιάζεις σε ένα δικτάτορα ή έναν ψυχοπαθή;

Η ωφελιμιστική σκοπιά αποτυγχάνει ακριβώς επειδή δε μπορεί να προβλέψει, γι’αυτό το λόγο άλλωστε ο John από συνειδητά ιδεολόγος στο τέλος γίνεται μία καρικατούρα του εαυτού του, ένας παρανοϊκός villain, γιατί απέτυχε να υπολογίσει πως υπάρχει το σενάριο του να κάνει λάθος. Και έκανε όντως λάθος. Όσο και αν μεταλλάσσεται τεχνολογικά δε μπορεί να διαφύγει της ανθρώπινης φύσης του. Από την άλλη ο Frank μετά τη στροφή του σε κυβερνητικό όργανο, παίζει το «παιχνίδι», παραιτείται από οποιαδήποτε αντίσταση στην εξουσία και γίνεται από άλλοτε ιδεολόγος, ένα απλό πιόνι που προσπαθεί να προστατέψει ό,τι του απέμεινε. Και οι δύο βρίσκονται σε άρνηση και έχουν επιλέξει πολύ διαφορετικούς δρόμους. Σε τελευταία ανάλυση, o πιο ανθρώπινος Tom δείχνει ότι ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα, αλλά τα μέσα το σκοπό.

Ένα πολύ καλό comic book, όπως συνηθίζεται από τον Warren Ellis, γνωστός για την τέχνη με την οποία συνδέει την κοινωνική κριτική με το sci-fi, τον τρανσχιουμανισμό και την τεκνοηθική, χειρίζεται επιδέξια και με συνέπεια τους χαρακτήρες, βάζοντάς τους μέσα σε επίμαχα πλαίσια από τα οποία δε βγαίνουν ατσαλάκωτοι. Οι ήρωές του εδώ είναι λουσμένοι μέσα στην τραγική ειρωνία και ενσαρκώνουν πολύ εύστοχα ό,τι πρέπει να μας ανησυχεί.

Ο Ellis φημίζεται για τον τρόπο με τον οποίον χειρίζεται το διανθρώπινο και το δυστοπικό, συχνά φωτίζοντάς το πρωτότυπα και αυτό το βιβλίο, αν και όχι η καλύτερη δουλειά του, δεν απογοητεύει. Οι υπερήρωες του καταφέρνουν να έχουν βάθος, μέσω των flashbacks που τονίζουν διαρκώς το ανθρώπινο στοιχείο τους. Το artwork του Juan José Ryp δικαιώνει το σενάριο δίνοντάς του αρκετή δράση, ένταση και λεπτομέρεια, καθώς και μία gore αισθητική που ταιριάζει στην ωμότητα των χαρακτήρων.