Το αριστούργημα που ακούει στο όνομα Alien, αυτό το θαύμα της έβδομης τέχνης είναι, κατά τη γνώμη του συγγράφοντος, σίγουρα μέσα στις καλύτερες horror ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου και πιθανώς το καλύτερο monster film που έχει δημιουργηθεί ποτέ. Πρόκειται για μια αδιανόητα αρμονική συνοδοιπορία μεταξύ μορφής και περιεχομένου, με τα δύο αυτά στοιχεία να αλληλοτροφοδοτούνται σε τέτοιο βαθμό που δημιουργούν ένα κομψοτέχνημα από την αρχή μέχρι το τέλος. Μια πολυεπίπεδη δημιουργία που λειτουργεί υπέροχα σε όλα της τα επίπεδα, από τον πρωταρχικό άμεσο τρόμο μιας ευθείας ιστορίας επιστημονικής φαντασίας, μέχρι τις βαθύτερες προεκτάσεις και συμβολισμούς για την πατριαρχία και τη γυναικεία καταπίεση. Αλλά ας τα πιάσουμε ένα ένα.
Η ταινία είναι γυρισμένη το 1979, σε σκηνοθεσία Ρίντλεϊ Σκοτ, με τους Τομ Σκέρνιτ (Ντάλας), Σιγκούρνι Γουίβερ (Ρίπλεϊ), Βερόνικα Κάρτραϊτ (Λάμπερτ), Χάρυ Ντιν Στάντον (Μπρετ), Τζον Χερτ (Κέιν), Ιαν Χολμ (Ας), Γιάφετ Κότο (Πάρκερ), Μπολάζι Μπαντέχο (Άλιεν) και Έλεν Χόρτον (Μητέρα). Όλα τα πόστα είναι συντονισμένα υπέροχα και εξυπηρετούν έναν κοινό σκοπό, την πλήρη αφήγηση της ιστορίας με ακέραιο λογικό και συναισθηματικό τρόπο. Αυτό με δύο λέξεις μεταφράζεται σε αυτό που προφέρουμε «υποδειγματική σκηνοθεσία». Η υποκριτική είναι ραμμένη ακριβώς στο κοστούμι της ιστορίας, η μουσική του Τζέρι Γκόλντσμιθ αφηγείται ακουστικά την ιστορία συνοψίζοντας κάθε μέρος της με όχημα τις νότες, η σκηνογραφία προσθέτει στο μίγμα την κλειστοφοβία και την αίσθηση εγκλωβισμού (που είναι κρίσιμο συστατικό αυτού που θέλει να πει), η φωτογραφία είναι αποστειρωμένη δημιουργώντας υπέροχη αντίθεση με την αηδία που υποβόσκει, ενώ το κοστούμι του Άλιεν είναι υποδειγματικό, τόσο από άποψη σχεδιασμού (του διάσημου σκοτεινού καλλιτέχνη Χ.Ρ. Γκίγκερ) όσο και από άποψη χρήσης εντός ταινίας. Το πλάσμα καδράρεται και φωτίζεται με ιδανικό τρόπο ώστε να μην υπενθυμίζει ούτε στιγμή στον θεατή ότι πρόκειται για εφέ, διατηρώντας έτσι την αίσθηση της θανάσιμης απειλής κάθε στιγμή των εμφανίσεών του. Στο δε σενάριο του Νταν Ο’ Μπάνον όλα γίνονται αρμονικά με μαεστρική ακρίβεια.
Όλα τα καλλιτεχνικά στοιχεία προωθούνται από και προωθούν μια πλοκή η οποία είναι απλή και ευθεία. Περιληπτικά, βρισκόμαστε στο μακρινό μέλλον, οπότε και το ταξίδι στο διάστημα είναι περίπου διαδικασία ρουτίνας. Το εμπορικό φορτηγό διαστημόπλοιο Νοστρόμο, ιδιοκτήτρια του οποίου είναι η Εταιρεία, έχει φορτώσει ορυκτά από μακρινά πλανητικά συστήματα και επιστρέφει στη Γη, όταν η τεχνητή νοημοσύνη του διαστημόπλοιου, η Μητέρα, λαμβάνει σήμα ΣΟΣ από τον κοντινό πλανήτη LV-426 και διακόπτει εκτάκτως τη διαδικασία υπερύπνωσης στην οποία βρίσκεται το πλήρωμα. Το Νοστρόμο αλλάζει πορεία και προσεδαφίζεται για να ελεγχθεί η πηγή του σήματος. Εκεί ένα σωστικό συνεργείο μελών του βρίσκει ένα εξωγήινο διαστημόπλοιο μέσα στο οποίο υπάρχουν οργανισμοί που μοιάζουν με αυγά. Ένα από αυτά ανοίγει και βγαίνει ένας πολύποδος οργανισμός (face hugger) που προσκολλάται στο πρόσωπο του Κέιν, του δεύτερου στην ιεραρχία, και μέσω μιας προβοσκίδας του τοποθετεί κάποιο έμβρυο στον φάρυγγα. Η Λάμπερτ, η τεχνικός επικοινωνιών, και ο καπετάνιος Ντάλας συνοδεύουν τον Κέιν πίσω στο Νοστρόμο, όπου η Ρίπλεϊ, η τρίτη στην ιεραρχία, τους αρνείται την είσοδο για λόγους υγείας, βλέποντας πιθανή μόλυνση του Κέιν. Αρνείται τις διαταγές του Ντάλας να τους επιτρέψει την είσοδο χωρίς διαδικασία καραντίνας, αλλά τελικά ο Ας, το ανδροειδές που είναι και ο επιστημονικός υπεύθυνος, παρακάμπτει το πρωτόκολλο κι ανοίγει τις κερκόπορες. Εντός του Νοστρόμο πια, το εμφυτευμένο έμβρυο γεννιέται διαλύοντας τον θώρακα του ξενιστή του, του Κέιν, σύντομα μεγαλώνει σε μέγεθος και σταδιακά αποδεκατίζει όλο το πλήρωμα εκτός από τη Ρίπλεϊ και τον γάτο της, τον Τζόνσι. Παράλληλα αποκαλύπτεται ότι η Μητέρα και ο Ας ακολουθούν οδηγίες της Εταιρείας να επιστρέψουν στη Γη τον εξωγήινο οργανισμό προς μελέτη και χρήση του για επιχειρηματικούς σκοπούς, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει απώλειες σε ανθρώπινες ζωές. Συγκρούονται έτσι με τη Ρίπλεϊ, η οποία ανατινάζει το Νοστρόμο και διαφεύγει σε σωσίβιο σκάφος. Το Άλιεν την ακολουθεί κι εκεί, αλλά η Ρίπλεϊ τελικά καταφέρνει να το εκτοξεύσει στο διάστημα και ξαναμπαίνει σε υπερύπνωση με τον Τζόνσι ελπίζοντας να εντοπιστεί κάποτε το σκάφος της και να διασωθεί.
Η ιστορία δουλεύει σε όλα τα πιθανά επίπεδα. Είναι απολαυστική ως ευθύς πρωτογενής τρόμος, αλλά μετατρέπεται σε ανυπέρβλητο αριστούργημα όταν αντιμετωπιστεί ως μια παραβολή. Κι εδώ κρύβεται μια από τις αιτίες που ο τρόμος στην τέχνη είναι καταπληκτικό όχημα για να παραχθεί συμβολισμός. Ο τρόμος βασίζεται ουσιαστικά στον πόνο και τον φόβο, που είναι θεμελιώδη στοιχεία έμβιων όντων, υπεύθυνα για το κίνητρο της επιβίωσης. Ακριβώς γι’ αυτό όταν η καλλιτεχνική μορφή του τρόμου είναι επιτυχημένη μπορεί να γίνει βαθιά διεισδυτική στον ψυχισμό του αποδέκτη και να αποθέσει στον πυρήνα του το καλλιτεχνικό περιεχόμενο, αυτά που έχει να του πει. Εν πολλοίς ο τρόμος χρησιμοποιεί εν γένει τα εργαλεία που μπορούν να ρίξουν άμυνες και να «μιλήσει» απευθείας στον ψυχισμό. Έχουν υπάρξει πολλές ερμηνείες της ιστορίας του Alien, και όχι αδίκως λαμβάνοντας υπόψη τον πλούτο τον στοιχείων που καταθέτει. Καταρχάς κατά κάποιον τρόπο προφητεύει τις επιδημικές διαστάσεις που άρχισε να λαμβάνει η διασπορά του AIDS στις ΗΠΑ λίγα χρόνια μετά κάτι το οποίο προσεγγίζεται, στοχευμένα πια, στο Alien 3. Σύμφωνα με μια άλλη θέαση της ταινίας, το Alien βασίζεται στην ψυχαναλυτική θέση του Φρόυντ περί αρχαϊκής μητέρας. Της μητέρας της πρώιμης βρεφικής ηλικίας, που είναι η πρώτη τροφός και σαγηνεύτρα. Με αυτόν τον τρόπο αποπειράται να περιγραφεί στην ψυχανάλυση μια αφηρημένη, διαχρονική έννοια της μητέρας, η οποία είναι ταυτόχρονα και φαλλική άρα αδιαφοροποίητου φύλου. Μπορεί να είναι «καλή» όταν τρέφει το βρέφος, «κακή» όταν του αρνείται κάποια παροχή και εγγενώς τρομακτική λόγω της ανασφάλειας που προκαλεί ο ενδεχόμενος αποχωρισμός της. Στην πραγματικότητα η αρχαϊκή μητέρα εξερευνάται πιο συγκεκριμένα στη δεύτερη ταινία της σειράς, το Aliens. Η πιο συνεπής ανάγνωση του πρώτου Alien εκκινεί από τον βιασμό για να καταλήξει στον φεμινισμό ακολουθώντας αντιπατριαρχική διαδρομή.
Υπάρχουν πολλά στοιχεία που μαρτυρούν τη φεμινιστική διάσταση της ταινίας και μάλιστα με ποικίλους τρόπους. Κάποιοι αφορούν τη μικροκλίμακα, την επιλογή συγκεκριμένων αντικειμένων ή ελάσσονων δράσεων και κάποιοι άλλοι τη μακροκλίμακα, το πώς εξελίσσεται η ιστορία από την αλληλουχία γεγονότων, ποιοι επιλέγονται για να κάνουν τι κατά την εξέλιξη της πλοκής, το που καταλήγει η ιστορία κλπ.
Αρχικά ας δούμε το στήσιμο της ιστορίας. Σε μεγάλο μέρος της αποτελεί σύνθεση και διασκευή δύο σημαντικών λογοτεχνικών έργων: «Πέρα από τα Βουνά της Τρέλας» του Χ.Φ. Λάβκραφτ και «Nostromo: A Tale of the Seaboard» του Τζόζεφ Κόνραντ αλλά το Alien τα προσαρμόζει στη δική του κατεύθυνση. Παρότι Νοστρόμο λέγεται ο ναύτης που πρωταγωνιστεί στη νουβέλα του Κόνραντ και είναι φόρος τιμής σε αυτήν, έχει σημασία να δούμε την ετυμολογία της λέξης. Προέρχεται από το ισπανικό «nuestro amo» που σημαίνει «αφέντης μας», όπου το «amo» είναι επηρεασμένο από τη λέξη «uomo» που σημαίνει «άνδρας». Η τεχνητή νοημοσύνη του Νοστρόμο ονομάζεται «Μητέρα» κι έτσι έχουμε άνδρα αφέντη και γυναίκα μηχανορράφο και διαχειρίστρια, πατέρα και μητέρα, στήνοντας κάτι που κατ’ αναλογία μοιάζει ύποπτα πολύ με αυτό που ονομάζουμε «πυρηνική οικογένεια», ένα συζυγικό ζεύγος με παιδιά τα μέλη του πληρώματος. Εικονογραφικά μάλιστα όταν η Μητέρα στην αρχή της ταινίας διακόπτει την υπερύπνωση και τα μέλη του πληρώματος ξυπνάνε στους θαλάμους-μήτρες έχουμε κάτι σαν σκηνή γέννησης. Κρατάμε τα περί πυρηνικής οικογένειας ως πρώτο στοιχείο.
Όταν το face hugger εμφυτεύει το έμβρυο στον Κέιν έχουμε την πρώτη ισχυρή δήλωση με συμβολικές μα ευθείες αιχμές βιασμού. Είναι ξεκάθαρο ότι παρά τη βούλησή του ο Κέιν δέχεται φυσική επίθεση η οποία μάλιστα συνοδεύεται από διείσδυση. Η διαδικασία αυτή δεν έχει τίποτα το αισθησιακό, είναι φριχτή. Με τον ίδιο τρόπο που ο βιασμός είναι επίσης φριχτός γιατί δεν είναι πράξη σεξουαλική ως προς τα κίνητρά της, αλλά εξουσιαστική. Στο Alien λίγο αργότερα ο βιασμός καταλήγει σε μια μορφή ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης, η οποία αποβαίνει καταστροφική για τον βιασμένο, κάτι το οποίο μπορεί να ληφθεί και ως ευθεία αναλογία με την πραγματική ζωή. Εδώ κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα ανατροπή το σενάριο. Βάζει το θύμα να είναι άνδρας το οποίο, ενώ μπορεί να ερμηνευτεί ως αποφυγή του παραλληλισμού με τον βιασμό, στην ουσία λειτουργεί ενισχύοντας την αναλογία. Με αυτόν τον τρόπο το σενάριο πετυχαίνει σε πρώτο επίπεδο να μεταφέρει τον τρόμο και στο ανδρικό κοινό (εξάλλου το γυναικείο ζει με τον φόβο του βιασμού καθημερινά, μπορεί να ταυτιστεί αυτόματα) όσο παράλληλα δηλώνει πως ο βιασμός έχει ως άμεσα θύματα τις γυναίκες αλλά η πατριαρχία μολύνει όλο το κοινωνικό πλέγμα, ανεξαρτήτως φύλου. Πρόκειται λοιπόν για φαινόμενο που μας βλάπτει και μας αφορά όλους και όλες. Το ίδιο το Άλιεν αν και έχει στοιχεία αδιαφοροποίητου φύλου – εξού και οι ερμηνείες περί αρχαϊκής μητέρας – έχει ως πιο εμφανές χαρακτηριστικό το φαλλικό του κεφάλι, με ένα δεύτερο κεφάλι-φαλλό να αντικαθιστά τη γλώσσα του, με οξύ αντί για αίμα, καθιστώντας το τοξικό και παράλληλα πρακτικά άτρωτο στη βίαιη κατατρόπωσή του.
Παράλληλα όμως είναι κι οι χαρακτήρες δοσμένοι με τρόπο τέτοιο που οι μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις σκιαγραφούν ξεκάθαρα ένα πατριαρχικό περιβάλλον. Όσες φορές κι αν καταθέτει γνώμη η Ρίπλεϊ, ποτέ δεν λαμβάνεται σοβαρά, παρά μόνο όταν είναι πια πολύ αργά. Ενώ κάθε της απόφαση ή πρόταση δράσης αποδεικνύεται ότι ήταν ορθή, ποτέ δεν εισακούγεται. Και αυτό δεν οφείλεται στον χαμηλό βαθμό της, είναι τρίτη στην ιεραρχία, οφείλεται απλά και μόνο στο ότι είναι γυναίκα. Δεν μιλάει ποτέ παρορμητικά, πάντα στοιχειοθετεί ό,τι λέει, φαίνεται να έχει πολύ καλή αντίληψη και εμπειρία στο αντικείμενό της, ωστόσο πάντα ακολουθούνται οι ανορθολογικές, εν θερμώ αποφάσεις των υπολοίπων, πολύ απλά γιατί είναι γυναίκα και η γνώμη της μετράει λιγότερο απ’ την ανδρική. Δεν υπάρχει πιο σαφής αναλογία με την πραγματικότητα που είναι θλιβερός μάρτυρας της υποτίμησης της γυναικείας άποψης. Όταν μάλιστα αποκαλύπτεται η ανατροπή της ταινίας και πλέον ο Ας στρέφεται εναντίον του πληρώματος η πάλη με τη Ρίπλεϊ έχει σαφή εικονογραφία. Από όσους τρόπους θα μπορούσε να προσπαθήσει να την πνίξει επιλέγει να το κάνει σπρώχνοντας βίαια στο στόμα της κυλινδρικά τυλιγμένο περιοδικό πορνό. Άλλη μια απόπειρα βιασμού με σκοπό την επιβολή και όχι την επικοινωνία ή την ευχαρίστηση. Έχει δε ενδιαφέρον πως ακόμα κι όταν η Ρίπλεϊ γίνεται το πιο υψηλόβαθμο μέλος του πληρώματος, μετά τον θάνατο των δύο ανωτέρων της, δεν δίνεται λύση στην εξωγήινη εισβολή. Μια υπενθύμιση πως η απάντηση στην πατριαρχία δεν μπορεί να έρθει από την αναδιανομή των αξιωμάτων, αλλά απαιτεί πολύ πιο ριζικές διαδικασίες.
Όλη η αφήγηση λοιπόν κραυγάζει ότι γίνεται διαρκής αναφορά στον βιασμό. Εκείνο όμως που αναβαθμίζει την παραβολή είναι ότι μέσω του βιασμού και της γενικής κατωτερότητας της γυναίκας σε μια κοινωνία ανδρών μεταπηδά στην πατριαρχία εισάγοντας όρους οικονομίας και ιδιοκτησίας. Που το κάνει αυτό; Παντού. Το Νοστρόμο και η Μητέρα ανήκουν στην Εταιρεία. Ακόμα και το brand name «Εταιρεία» δηλώνει αρχετυπική επιχείρηση, δηλαδή την έννοια της επιχείρησης. Η πυρηνική οικογένεια λοιπόν λειτουργεί και δομείται από την ιδιοκτησία και την ιδιαίτερη μορφή της στην προκειμένη, τον καπιταλισμό, προσέγγιση η οποία δεν είναι άγνωστη για την κοινωνική ανθρωπολογία και την πολιτική οικονομία. Τα παιδιά τους είναι το πλήρωμα και είναι όλα εγκλωβισμένα στον κλειστοφοβικό χώρο του διαστημόπλοιου που προορίζουν γι’ αυτά η Εταιρεία και η σχετισμένη πυρηνική οικογένεια. Δεν υπάρχει κανένας εμφανής τρόπος διαφυγής, ο κόσμος τους αρχίζει και τελειώνει σε ό,τι έχει αναφορά στην Εταιρεία και στην Οικογένεια. Σκοπός τους είναι να εργάζονται για την Εταιρεία, η οποία βέβαια είναι η επιτομή της ανηθικότητας και της απληστίας, του κέρδους με κάθε κόστος, ακόμα κι αν αυτό μεταφράζει τη ζωή σε κάτι αναλώσιμο. Το πλήρωμα με τη σειρά του διαστρωματώνεται και σχηματίζονται ομαδοποιήσεις που θυμίζουν white collars (εργαζόμενοι γραφείου χονδρικά) και blue collars (εργαζόμενοι χειρωνάκτες περίπου), οι οποίοι έχουν εσωτερικές διαφωνίες για οικονομικά θέματα, όπως στη συζήτηση στο τραπέζι μεταξύ των μελών του πληρώματος για τα μπόνους και τις διαφορές στις μισθολογικές απολαβές. Αυτές όμως όπως προκύπτει στην πορεία είναι διαιρέσεις κατασκευασμένες από τα συμβόλαια εργασίας της Εταιρείας και ως εκ τούτου τεχνητές, μιας κι έχουν κοινό εχθρό. Ο Ας, ο επιστημονικός υπεύθυνος είναι απόλυτο φερέφωνο των προσταγών της εταιρείας. Στην αρχή όλοι νομίζουν ότι είναι άνθρωπος αλλά στην πραγματικότητα κάτω από την πέτσα του κρύβεται ένα ανθρωποειδές, κάτι που προσδίδει επιπλέον στην απανθρωπιά που συνεπάγεται το να λειτουργεί ευθυγραμμισμένος με τις χυδαίες επιδιώξεις της Εταιρείας. Παράλληλα είναι και επιστημονικός υπεύθυνος, ο εκπρόσωπος της κυριαρχίας του κέρδους πάνω στη γνώση. Μια προσωποποίηση της κατευθυνόμενης επιστήμης από τον καπιταλισμό.
Τελικά έχουμε μια περιγραφή της πατριαρχίας ως εκδήλωση της ιδιοκτησίας. Η αφήγηση του Alien γίνεται χωρίς βιασύνη και προτού προχωρήσει στη διάλυση της μικροκοινότητας του Νοστρόμο φροντίζει να την ορίσει και να την παγιώσει, σχηματίζει το περίγραμμα της έννοιας της κανονικότητας για αυτό το σύνολο ανθρώπων (ένα σύνολο που λειτουργεί και ως μικρογραφία της ευρύτερης κοινωνίας) κι έτσι αρχικά δεν υπάρχει πρωταγωνιστής. Ως πρωταγωνίστρια προκύπτει η Ρίπλεϊ σε αρκετά προχωρημένο σημείο της ταινίας κι αυτό συμβαίνει με απόλυτη φυσικότητα, χωρίς να χρειαστεί να την εδραιώσει ρητά ως τέτοια παρά μόνο με την εξέλιξή της σε αντιστεκόμενο αντικείμενο καταπίεσης. Η συνύπαρξη οικονομικής και έμφυλης εκμετάλλευσης οδηγούν σε επιβίωση μέσω συνεργασίας των καταπιεζόμενων που κάνουν κριτική ή αντιστέκονται, δηλαδή των blue collar εργατών Πάρκερ και Μπρετ και της γυναίκας Ρίπλεϊ. Η Λάμπερτ, αν και γυναίκα κι εκείνη, έχει εμπεδώσει τον φαλλοκεντρισμό και φαίνεται να τον έχει αποδεχτεί αδιαμαρτύρητα. Τελικά ορθώς παραμένει ζωντανή και νικήτρια μόνο η Ρίπλεϊ, μιας και η ιστορία παραμένει επικεντρωμένη στον φεμινισμό πάνω απ’ όλα και η γυναικεία απελευθέρωση, παρά την επιδιωκόμενη συνοδοιπορία με τους άνδρες, αφορά πρώτα και κύρια τις γυναίκες τις ίδιες. Ορθώς λοιπόν καταλήγει να είναι η μοναδική επιζήσασα. Ωστόσο για να το καταφέρει αυτό το πρώτο της βήμα είναι να διαλύσει την πυρηνική οικογένεια ως παράγωγο της Εταιρείας. Έτσι ανατινάζει το Νοστρόμο και τη Μητέρα (τους γονείς) και διαφεύγει, αλλά η πατριαρχία τη συνοδεύει, το Άλιεν παραμένει μαζί της. Η τελευταία πράξη είναι να την αποτινάξει κι εκείνη, να την εκσφενδονίσει στο διάστημα, αλλά η Εταιρεία εξακολουθεί να υπάρχει κι η Ρίπλεϊ καταλήγει μόνη της να περιπλανιέται στο διάστημα. Κέρδισε μια δύσκολη μάχη αλλά όχι τον πόλεμο. Συντροφιά της είναι ο γάτος Τζόνσι, χαρακτήρας με τεράστια επικουρική σημασία. Ο Τζόνσι λειτουργεί ως αρνητικό του Άλιεν, μιας και είναι τα δύο κτήνη της ιστορίας. Χάρη στην ύπαρξη του Τζόνσι, το Άλιεν δεν ταυτίζεται με τη Φύση εφόσον συμμετέχει άλλο ένα ζώο. Το Άλιεν λοιπόν, κι έτσι η πατριαρχία, δεν είναι ένα στοιχείο μιας κάποιας «ανθρώπινης φύσης», δεν προϋπάρχει της ζωής. Το Άλιεν είναι κατασκευασμένο, κυοφορείται στις καρδιές των ανθρώπων και εκδηλώνεται σκορπώντας τον θάνατο. Εξάλλου το αυγό από το οποίο εκκολάφθηκε βρέθηκε σε διαστημόπλοιο, άρα κατασκευάστηκε από κάποια διανόηση. Ο Τζόνσι από την άλλη είναι το μη τεχνητό υποπροϊόν της φύσης, παρατηρεί αλλά δεν παρεμβαίνει, κι είναι αυτό που θα επιβιώσει σε κάθε περίπτωση. Αν το Άλιεν αφορά την κακοποίηση και τον βιασμό και είναι ένα από τα παιδιά της πατριαρχίας, ο Τζόνσι αφορά κάτι πιο πυρηνικό και ευθύ, την αγάπη, τη φροντίδα και τη συντροφικότητα.
Το Alien παραθέτει έναν πολύ μεγάλο όγκο στοιχείων κι ερεθισμάτων, πλούσια τροφή για σκέψη και δεν είναι τυχαίο ότι έχει καταξιωθεί ως ένα σημείο αναφοράς για τον κινηματογράφο, επηρεάζοντας ευθέως και ριζικά την ποπ – και μη – κουλτούρα. Στην πραγματικότητα υπήρξε τόσο ισχυρή παρουσία που κατασκεύασε κάτι σαν δικό του είδος. Η συζήτηση για την ταινία, μετά από 40 και πλέον χρόνια, δεν έχει υπάρξει ποτέ, ούτε καν μερικώς, ανεπίκαιρη, έχει αποτελέσει αντικείμενο για σειρά από ψυχαναλυτικά άρθρα, μελέτες και διατριβές, ενώ κινηματογραφικά διατηρείται εντυπωσιακά φρέσκια. Με εξαίρεση την ακριβή απεικόνιση των νέων τεχνολογιών, που την εποχή που δημιουργήθηκε μόνο από τύχη θα μπορούσε να προφητευτεί η τελική τους μορφή, η ταινία «γερνάει» υπέροχα χωρίς να δίνει αίσθηση απαρχαίωσης και τα επίπεδά της, με τον τρόπο που προετοιμάζονται και παραδίδονται, είναι διαχρονικά. Τελικά, εκτός από μια ευχάριστη θέαση, η μεγάλη της συνεισφορά εντοπίζεται στο ταξίδι για την ανατροπή του ίδιου του μότο της: «στο διάστημα κανείς δεν μπορεί ν’ ακούσει τις κραυγές σου». Θέλουμε όλες οι φωνές ν’ ακούγονται. Κι αυτό είναι εξ ορισμού αδύνατο στην πατριαρχία.