Το «Dοctor Sleep» δείχνει παραπάνω σεβασμό στην «Λάμψη» απ΄όσο πρέπει

Υπάρχουν ορισμένες κινηματογραφικές αποστολές, που μοιάζουν με καθαρή αυτοκτονία. Η δημιουργία ενός σίκουελ μιας ιστορικής κινηματογραφικής δημιουργίας -της «Λάμψης» για παράδειγμα- είναι μια τέτοια: όταν ένα δημιούργημα είναι ένα λαμπρό τμήμα όχι απλά της κινηματογραφικής ιστορίας αλλά της ίδιας της παράδοσης του ανθρώπινου πολιτισμού συνολικά, μοιάζει με αληθινή ιεροσυλία ακόμα και το να επιχειρήσεις να το αγγίξεις.

Το «Dοctor Sleep» βέβαια δεν υπήρξε μια πρωτογενής έμπνευση του Χόλιγουντ. Το σίκουελ της ιστορικής «Λάμψης» ήρθε το 2013 υπό μορφή βιβλίου και δια χειρός Στίβεν Κινγκ – ο ίδιος άλλωστε δεν συμπάθησε ποτέ την «Λάμψη» του Κιούμπρικ (που, ας μην κρυβόμαστε, σε αυτόν οφείλει ο εν λόγω τίτλος την βαρύτητά του και όχι στον Κινγκ), συνεπώς δεν είχε και καμία καούρα να σκεφτεί όλα αυτά τα περί ιεροσυλίας: απλά σκέφτηκε μια ιστορία και την έκανε βιβλίο.

Ακριβώς βέβαια επειδή το «Dοctor Sleep» είναι σίκουελ της «Λάμψης» έχει και το πλεονέκτημα να κρίνεται επιεικώς: άπαντες γνώριζαν πως το να επιτευχθεί ουσιαστική σύγκριση με την αρχική ιστορία θα ήταν άδικος κόπος και ως εκ τούτου, το βιβλίο του Κινγκ κρίθηκε αντίστοιχα. «Αξιοπρεπές», ήταν ο πιο βασικός χαρακτηρισμός που του αποδόθηκε. Θα ήταν ωστόσο αντίστοιχα αξιοπρεπής και η κινηματογραφική μεταφορά; Σε μια εποχή που το Χόλιγουντ τα έκανε μούσκεμα με ολόκληρο «It» (και μάλιστα, δυο φορές), πως να μην είναι κανείς επιφυλακτικός με το «απλά αξιοπρεπές» στην καλύτερη, σίκουελ ολόκληρης «Λάμψης»;

Και όμως, ο Μάικ Φλάναγκαν, που κάθεται εδώ στο σκηνοθετικό τιμόνι και έχει κάνει το σκηνοθετικό του αγροτικό στο είδος του horror, φαίνεται πως έχει τον τρόπο να εδραιώνει μια horror αφήγηση που κρατάει το ενδιαφέρον του θεατή από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό. Στο «Dοctor Sleep» το αποδεικνύει ξεκάθαρα.

Η ιστορία έχει να κάνει με τον ενήλικα πλέον Ντάνι Τόρανς, του πιτσιρικιού της «Λάμψης» δηλαδή που επιβίωσε της δολοφονικής μανίας του πατέρα του στο πρώτο μέρος. Ο Ντάνι (που εδώ τον ερμηνεύει ο Γιούαν Μακ Γκρέγκορ) έχει μάθει να ζει με τις μεταφυσικές του ικανότητες και να τις ελέγχει στο έπακρο, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει βάλει σε μια σειρά και τη ζωή του καθώς έχει ξεμπλέξει με τον αλκοολισμό. Και τότε βρίσκεται στη μέση μιας εν δυνάμει σύγκρουσης, στην οποία δεν μπορεί παρά να εμπλακεί…

Μια συμμορία από κακοποιούς με μεταφυσικά χαρίσματα βάζει στο στόχαστρό της μια 13χρόνη με πολύ έντονο μέσα της το στοιχείο της «λάμψης» και σκοπεύει να την απαγάγει και να την σκοτώσει για να κλέψει το χάρισμά της. Ο Ντάνι, βλέποντας προφανώς στο πρόσωπο της μικρής τον εαυτό του στα παιδικά του χρόνια, την παίρνει υπό την προστασία του και ετοιμάζεται για τη σύγκρουση με την προαναφερθείσα συμμορία.

Παρά τις περίπου δυόμιση ώρες που διαρκεί το «Doctor Sleep», η αφήγηση του Φλάναγκαν κυλάει σαν νερό, οι κορυφώσεις και οι αποκλιμακώσεις έρχονται στον κατάλληλο χρόνο και με υπολογισμένη ακρίβεια ενώ το βασικό θετικό του στόρι είναι πως πρόκειται για μια τυπική ιστορία χαρακτήρων -και μάλιστα, πολύ καλοδομημένων χαρακτήρων- η οποία προχωράει και εξελίσσεται μέσα από το δικό τους προχώρημα και την δική τους εξέλιξη. Ταυτόχρονα ωστόσο, υπάρχει και ένα μεγάλο αρνητικό στο «Doctor Sleep» που το κρατάει λίγο πιο κοντά στο έδαφος από τις αληθινές του δυνατότητες: η (αφηγηματική) σχέση του με την «Λάμψη».

Κάθε φορά που η ιστορία επιχειρεί να συνδεθεί με την «Λάμψη», αυτόματα χάνει ένα κομμάτι από την δυναμική της. Αφενός διότι η καλή διάθεσή μας να την αντιληφθούμε ως ανεξάρτητη ιστορία από τη «Λάμψη» (άλλωστε, θα την αδικούσε να την δούμε σε σύγκριση με αυτή) πηγαίνει περίπατο και αυτόματα η ιστορία πέφτει στα μάτια μας και αφετέρου επειδή οι αφηγηματικές συνδέσεις είναι άγαρμπες και εν πολλοίς αχρείαστες: η ιστορία εκβιάζεται να συνδεθεί με την «Λάμψη», θα μπορούσε και χωρίς αυτή.

Κατά τα άλλα, το «Dοctor Sleep» είναι μια τυπική ιστορία ενός υπερβολικά ικανού παραμυθά -του Στίβεν Κινγκ- αξιοποιημένη από ένα σκηνοθέτη που είναι πολύ καλός αφηγητής και αυτό φτάνει και περισσεύει για να μας κάνει να περάσουμε καλά. Τώρα, όποιοι περιμένουν τη βαθιά ματιά του Κιούμπρικ σε αυτή την ταινία μάλλον είναι αφελείς. Και καλό θα ήταν να τον ξεχάσουν όσο παρακολουθούν το «Doctor Sleep» γιατί οι συγκρίσεις θα τους ξενερώσουν. Παρά το γεγονός ότι το ίδιο το «Doctor Sleep», αδυνατεί ώρες-ώρες να προστατεύσει τον εαυτό του ως προς αυτό. Για την ακρίβεια, μάλλον σέβεται παραπάνω απ’ ότι πρέπει την «Λάμψη» ενώ λίγη ασέβεια (με την καλή έννοια όσο οξύμωρο και αν ακούγεται) δεν θα το έβλαπτε…