Μια συνηθισμένη βραδιά Μαρτίου στη Σουηδία πάω με το κρύο και το χιόνι να δω το Captain Marvel. Οι προσδοκίες μου είναι στο μηδέν, όχι επειδή πολλοί θεατές έχουμε πάθει υπερκορεσμό από τις superhero ταινίες, αλλά επειδή φίλοι μου στο feed κρίνουν την ταινία ως «μιεχ». Οπότε πηγαίνω απλώς και μόνο για να την τσεκάρω, για να μη με πάρει από κάτω ο καιρός, για το ποπκόρν βρε αδερφέ. Και περνάω τέλεια.
Η ταινία είναι διασκεδαστική, μια περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας που έχει πολλά να δώσει πέρα από δράση, πράσινους εξωγήινους και πίου πίου (καλά, τα έχει κι αυτά). Περνάει μηνύματα για female empowerment οργανικά από το σενάριο, χωρίς να αποσπά από την υπόθεση. Δεν υπάρχει ρομάντζο, τουλάχιστον όχι αυτό που έχουμε συνηθίσει. Το σενάριο επενδύει στις σχέσεις μεταξύ γυναικών, το θαυμασμό, τη συντροφικότητα και τη φιλία που γεννιέται σε ανδροκρατούμενους χώρους όταν υποστηρίζουμε η μία την άλλη.
Η Brie Larson καλείται να ισορροπήσει ανάμεσα σε στιγμές ανασφάλειας, αυτοπεποίθησης, υπακοής κι επανάστασης και το κάνει εξαιρετικά. Η χημεία που έχουν μεταξύ τους οι ηθοποιοί είναι δεδομένη. Το πιο λαμπρό παράδειγμα είναι η Captain και ο Fury που προσφέρουν πολύ χαριτωμένες σκηνές, αλλά όλοι οι χαρακτήρες δένουν, ακόμη και οι πιο μικροί ρόλοι. Η μασκότ της ταινίας είναι μια χαδιάρα γάτα ονόματι Goose που έκανε όλο το κοινό στο σινεμά να πετάει καρδούλες από τα μάτια. Όσο για τα εφέ που ξανάνιωσαν τον Samuel Jackson μια τριανταριά χρόνια, ούτε ο ίδιος δε πίστευε πόσο πετυχημένο βγήκε το αποτέλεσμα.
Θα μπορούσα να σας πω κι άλλα όπως για τα απολαυστικά fight scenes, που βάζουν την Captain να πλακώνεται στο ξύλο -μεταξύ άλλων- με μια άκακη γιαγιούλα. Ή ακόμη για το Oscar της Brie Larsson το 2015 που όσο να πεις ανεβάζει την πίστη στην υποκριτική της ικανότητα. Αλλά ξέρω ότι κάποιους από εσάς δε θα σας πείσω.
Γιατί; Γιατί αυτή η ταινία απευθύνεται σε γυναίκες και σε άντρες που είναι έτοιμοι να ταυτιστούν με γυναίκες. Ο κόσμος πηγαίνει δεκαετίες σινεμά να παρακολουθήσει τη μια αντρική ιστορία μετά την άλλη. Εδώ έχουμε ένα έργο που σε καλεί να καταλάβεις τη γυναικεία πραγματικότητα και δεν είναι όλοι έτοιμοι για αυτό. Λογικό βέβαια, το κοινό δεν είχε αρκετές ευκαιρίες να προετοιμαστεί. Πόσες φορές έχουμε δει ταινία δράσης που αφορά γυναικεία προβλήματα προσφέροντας γυναικείες λύσεις; Πόσες φορές έχουμε δει υπερηρωική ταινία με γυναίκες πίσω από τους βασικούς ρόλους, το σενάριο, τη σκηνοθεσία, τη μουσική επένδυση και το μοντάζ;
Δε θέλω παρεξηγήσεις: οι περισσότεροι άντρες θεατές είναι προφανώς ευπρόσδεκτοι. (Εντάξει, οι men’s rights activists που μηδένιζαν την ταινία πριν καν να βγει, ας κάτσουν σπίτι τους). Για μια φορά όμως δε θεωρούνται απαραίτητοι. Η θηλυκή ταυτότητα του έργου αυτόματα θα εμποδίσει κάποιους άντρες να καταλάβουν το συναισθηματικό ταξίδι της ηρωίδας κι αυτό είναι okay. Κάποιες γυναίκες πάλι θα επιμείνουν ότι η σκηνοθεσία είναι basic (λες και όλα τα άλλα έργα της Marvel ήταν φίσκα στην σκηνοθετική καινοτομία) προκειμένου να αποδείξουν ότι «δε μου άρεσε απλώς γιατί είμαι κορίτσι». Κι αυτό okay είναι. Και κάποιους τρίτους απλά δε θα τους αγγίξει η ταινία γιατί δεν τους άρεσε σε σχέση με τα comics, γιατί ήθελαν κάτι παραπάνω, γιατί ξύπνησαν στραβά. Okay!
Για εμάς που έχουμε ζοριστεί στη ζωή μας ακούγοντας ότι είμαστε πολύ συναισθηματικές, που δεν μας επιτρέπουν να κάνουμε πράγματα με αιτία τα γεννητικά μας όργανα, που μας εμποδίζουν να εκπληρώσουμε όλες μας τις δυνατότητες καθημερινά, αυτή η ταινία είναι απαραίτητη. Για αυτούς που είναι έτοιμοι να δούνε τον κόσμο της Marvel μέσα από γυναικεία μάτια, αυτή η ταινία χρειάζεται.
Σε όσους τα παραπάνω ακούγονται κουραφέξαλα, σας λέω δεν πειράζει. Έχετε τη δυνατότητα να δείτε κυριολεκτικά οποιαδήποτε άλλη ταινία. Αλλά πρέπει να αποδεχτείτε το εξής: δε θα είναι πάντα έτσι. Κάποια στιγμή οι ταινίες θα αντιπροσωπεύουν πιο δίκαια το κοινό που πληρώνει εισιτήριο, τις γυναίκες, τους gay, τους μετανάστες και όλες τις άλλες υποομάδες. Θα πρέπει όλοι μας να ξεμυτίσουμε από το προσωπικό μας comfort zone και να νιώσουμε πώς είναι στη θέση κάποιου άλλου. Να ζήσουμε ρόλους έξω από τη δική μας πραγματικότητα. Αυτή δεν είναι άλλωστε η υπερδύναμη του κινηματογράφου;